Επιλέγω να... στην Τέχνη, στη Ζωή (2013)

Επιλέγω να... στην Τέχνη, στη Ζωή

 

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ

Εγκαίνια Εκδήλωσης και Εικαστικής Έκθεσης: Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2013, 19:30
Διάρκεια Έκθεσης: 8 έως 30 Νοεμβρίου 2013
Τρίτη – Σάββατο 10π.μ. - 8μ.μ., Κυριακή 10π.μ. – 2μ.μ.
Κέντρο Τεχνών, πάρκο Ελευθερίας, Λ. Βασιλίσσης Σοφίας, μετρό Μέγαρο Μουσικής
Είσοδος Ελεύθερη σε όλες τις εκδηλώσεις

 

Βραδιά Ποίησης
Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2013, 20:00
Κέντρο Τεχνών

 

Επιστημονικό Συνέδριο
Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2013, 17:30
Κέντρο Τεχνών

 

Μουσικό Ιντερμέδιο
Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2013, 21:00
Κέντρο Τεχνών


Αφιέρωμα στη Φωτογραφία

Εργαστήριο Φωτογραφίας
Σάββατο 23 και Κυριακή 24 Νοεμβρίου, 2013
Booze Cooperativa, Κολοκοτρώνη 57, μετρό Μοναστηράκι

 

Ημερίδα Φωτογραφίας
Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2013, 18:00
Κέντρο Τεχνών  

 

Η Εταιρεία Μελέτης Πολιτισμικής Ετερότητας οργανώνει Εκδήλωση με θέμα: 'Επιλέγω να... στην Τέχνη, στη Ζωή'
Ποιές είναι σήμερα οι επιλογές του ανθρώπου όσον αφορά τη θέση του στον κόσμο; Ποιά είναι τα διλήμματα στα οποία καλείται να απαντήσει υπαρξιακά, κοινωνικά, πολιτικά; Υπάρχει, άραγε, ένας φόβος επιλογής; Μήπως προτιμάμε να επιλέγουμε όχι αυτό που θέλουμε αλλά αυτό που μας υπόσχεται ασφάλεια; Που οδηγείται ο σύγχρονος άνθρωπος με τις επιλογές του σήμερα;
Τα ερωτήματα αυτά θα προσεγγιστούν και θα αναλυθούν από άποψη φιλοσοφική, καλλιτεχνική, ψυχαναλυτική,... μέσω της φετινής Εκδήλωσης: 'Επιλέγω να... στην Τέχνη, στη Ζωή'

 


ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ

"Στην Έρημο"

του Φώτη Καγγελάρη

 

...Μα, τι σημαίνει, τελικά, επιλέγω; Αυτό που μου αρέσει; Αυτό που με προστατεύει; Αυτό που μου υπόσχεται την απόλαυση χωρίς να χάσω το σημαίνον; Αυτό που θα με κάνει να βλέπομαι στο βλέμμα μου όπως ο Άλλος με βλέπει στο βλέμμα του; Αυτό που μου υπόσχεται την πλήρη εικόνα του εαυτού μου; Αυτό που μου λέει ότι, δεν θα πεθάνω; Μήπως, τελικά, το επιλέγω έχει την ίδια δυναμική με τον φροϋδικό προβληματισμό του ‘ερωτεύομαι’ όπου ο Άλλος γίνεται ο καθρέφτης όπου με βλέπω όπως νομίζω ότι είμαι ή όπως θα ‘θελα να είμαι ή όπως ήμουν κάποτε;...

(το πλήρες κείμενο βρίσκεται στο τέλος της σελίδας)

 

 

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

Εικαστική Έκθεση
Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2013, 19:30, Κέντρο Τεχνών

 

Συμβολή στην εκθεσιακή παρουσίαση των έργων

Αθηνά Σχινά (Ιστορικός Τέχνης) και καλλιτέχνες

 
Συμμετέχουν

Σμάρα Αγιακάτσικα
Μαρία Αθανασίου
Eric Baer
Νάνος Βαλαωρίτης
Βασίλης Βασίλη
Σοφία Γκίκα
Γιώργος Δεπόλλας
Δημήτρης Ερηνάκης
Δημήτρης Ζουρούδης
Νατάσσα Μαρκίδου
Ηλίας Παπαηλιάκης
Στέφανος Πάσχος
Παύλος Παυλίδης
Ανδρέας Πλιάτσικας
Άντζελα Ρουμπάνη
Άγγελος Σκούρτης
Γιάννης Σπανάκης
Έλενα Σταματογιάννη
Λία Σταμοπούλου
Γιάννης Στεφανάκις
Αλεξάνδρα Στραβοράβδη
Ελευθερία Σωτηροπούλου
Τανό
Δημήτρης Τσατσούλης και Photoharrie

 

 

Τα έργα τέχνης λειτουργούν ως καταλύτες . . . .

 

Στους κρίσιμους καιρούς που διανύουμε, οι γοργές αλλαγές και οι αναπάντεχες ανατροπές διαδέχονται η μια την άλλη, αφήνοντας ελάχιστα περιθώρια να σκεφτούμε και κυρίως να συνειδητοποιήσουμε τις δύσκολες καταστάσεις που από κάθε πλευρά διανύουμε, στο θολό και ρευστό τοπίο της πραγματικότητας. Από την άλλη πλευρά, η υποβολιμαία, η βεβιασμένη, η υποκρινόμενη και η τεχνητά διασπειρόμενη "αισιοδοξία", που ως αντίδοτο, - αλλ' όμως χωρίς έρμα και τις περισσότερες φορές υποκριτικά μάλιστα - διαδίδεται, ενισχύει την καχυποψία, τις αμφιβολίες και τις επισφάλειες, κάποιων πρωτόγνωρων εντέλει εμπειριών, τις οποίες μεταπολεμικά  βιώνουμε με ιδιαίτερη οδύνη. Σ' αυτές τις περιπτώσεις, η κριτική που στοχεύει στην αυτοσυνειδησία και στην ανάληψη ευθυνών, είναι χρήσιμη κι επαγωγική, στον βαθμό όμως, που εκείνη δεν διαμορφώνει ενοχικά σύνδρομα, τέτοια ώστε να καταλύουν  στη συνέχεια την βούληση και να αδρανοποιούν τις αντιδράσεις της υπαρξιακής συνθήκης, η οποία δευτερογενώς κι αναπόφευκτα, οδηγεί στην  μοιρολατρία και στην μη αναστρέψιμη χαλάρωση της συνοχής του κοινωνικού ιστού.

Ανάμεσα στο ένα άκρο, (της μελαγχολίας ή της απόγνωσης) και στο άλλο (των σαθρών ή των θαμπών ελπίδων), οι καταστάσεις απαιτούν να μην επιλέγει κανείς παθητικά - ως μια καταναλωτική συνήθεια - την "ταύτιση" με την κατηγορία που θέλει ή που εξαναγκάζεται να ανήκει, αλλά να προβάλλει ενεργά την υπαρξιακή του θέση και στάση απέναντι στα διλήμματα ή στα διερωτήματα που ανακύπτουν, (σε ατομικό, συλλογικό, κοινωνικό επίπεδο), χωρίς τον φόβο των διακυβευμάτων που αναφύονται και της ενδεχόμενης απώλειας, όσων έχουν με τα χρόνια διασφαλιστεί, αλλά και διαβρωθεί.

Διερωτάται κανείς, τι βαραίνει περισσότερο, το πρόβλημα άραγε που κάθε φορά έχουμε να αντιμετωπίσουμε ή ο φόβος μας που το πλαισιώνει. Είναι παρεμφερές το ερώτημα, σε σχέση με τον θάνατο ή με την μετατροπή (και γιατί όχι, με την ανατροπή μήπως;), κάποιων καταστάσεων, στις οποίες έχουμε επενδύσει, υφαίνοντας - για ορισμένους - το δίχτυ ασφαλείας των ισορροπιών της σχοινοβασίας μας ή τους "μύθους" της ζωής μας, ενώ - για άλλους - είναι το τίμημα των υπεραξιών, στις συμφύσεις που έχουμε προσδώσει στη ζωή μας. Των υπεραξιών εκείνων, που άλλοτε εμφανίζονται διάτρητες και πότε πληθωριστικές, διαψεύδοντας τις προσδοκίες μας κι αναιρώντας εντέλει την εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας.

Αυτήν ακριβώς την εικόνα, προσφέρει η σύγχρονη τέχνη σήμερα, ως μια πολλαπλότητα πεδίων άσκησης του "εαυτού" ως "ετερότητας" κι αντίστροφα, προτρέποντάς μας παράλληλα να αντιμετωπίσουμε, κατ' ενώπιον και χωρίς υπεκφυγές ή "απυρόβλητα" πλέον, τα προβλήματα της ζωής. Οι καλλιτέχνες, σ' αυτό τους το εικαστικό, - μέσα από τα έργα τους - "συναπάντημα", διατηρώντας ο καθένας την προσωπική του "φωνή" και από την άλλη πλευρά, συμβάλλοντας από διαφορετικές οπτικές γωνίες (και όχι μόνον), στην αυτενέργεια του θεατή, προσφέρουν κίνητρα στοχασμού κι αναθεώρησης. Δεν δίνουν λύσεις τα εικαστικά έργα των σημαντικών δημιουργών που συμμετέχουν, γιατί δεν είναι αυτός άλλωστε ο ρόλος της τέχνης, αλλά λειτουργούν ως καταλύτες, προκειμένου να κινητοποιηθούν ενδογενείς δυνάμεις, τόσο του ατομικού υποσυνειδήτου, όσο και της συλλογικής συναίσθησης των θεατών - και "συνομιλητών" - με όσα αυτά υποδεικνύουν, παραπέμπουν ή υπαινίσσονται, μέσα από τις διαδραστικές σχέσεις που, με την παρουσία τους στον χώρο, αναπτύσσουν.

 

                                                                Αθηνά  Σχινά
                                                               Κριτικός και Ιστορικός Τέχνης
                                                                  Συμβολή στην εικαστική εκδήλωση

 

 


Βραδιά Ποίησης
Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2013, 20:00, Κέντρο Τεχνών

 

Οργάνωση - Επιμέλεια

Λιλή Ντίνα

 

Απαγγέλλουν οι ποιητές

Χρυσούλα Αγκυρανοπούλου
Άγγελος Αντωνόπουλος
Γιώργος Βέλτσος
Ιουλίτα Ηλιοπούλου
Τασούλα Καραγεωργίου
Γιώργος Μαρκόπουλος
Ανθή Μαρωνίτη
Αντώνης Φωστιέρης
Θανάσης Χατζόπουλος
Γιώργος Χρονάς

 

 

Χρυσούλα Αγκυρανοπούλου
Από τη συλλογή 'Βύβλος'

Επεισόδια στο αγριοτεμάχιο 1

 

Στον Κάτω Κόσμο σ’ οδηγούνε οι ασπάλακες.

Μάγκες,
ο Ορφέας σαν σε όραμα
στο τρίτο τετραγωνικό με μια κιθάρα δανεισμένη
παρατηρεί τις πέτρες των Μαινάδων
ν’ αντιπαρέρχονται τη μάχη εις τον αιθέρα.

Ο δράκοντας κάτω απ’ την καρυδιά
και οι Σειρήνες μακριά (το κατά δύναμιν)
δεν ξερογλείφονται για το χωράφι αυτό το γωνιαίο.

Ε και; Τότε τον σκούντησε ο σκάλοψ ο τυφλός
κοίτα τί τρύπες σου ’φτιαξα εγώ για να κατέλθεις

Στον Κάτω Κόσμο σ’ οδηγούνε οι ασπάλακες
στον Πάνω Κόσμο σε μοιράζουν οι τυχαίοι

 

 

Άγγελος Αντωνόπουλος
Από τη συλλογή 'Αφύλακτη διάβαση'

Επί των ημερών μου

 

………………………………………………

Επί των ημερών μου
ο καταραμένος της εκκλησίας του Χριστού
κι ευλογημένος της εκκλησίας του Δήμου
Νίκος Καζαντζάκης.

Ένας αέρας περνάει μεσ’ απ’ τα κόκαλα
των πεθαμένων
και τα κάνει φλογέρες
κι ακούγονται θούρια και ψαλμοί και παιάνες.

Επί των ημερών μου
η αφήγηση της εικόνας που την είπανε
 κινηματογράφο.
Τα μεγάλα ταξίδια στις σκοτεινές αίθουσες
από τη μοναξιά του Σαρλώ
στους Καραϊσκάκηδες που Σαμουράι τους λέγανε.
Από τον Αϊζενστάιν στον Μπέργκμαν και
 τον Κουροσάβα
η φιλοσοφία και η ποίηση του κάδρου,
ο ρυθμός του κόσμου
που τρέχει με το καροτσάκι στη σκάλα
του Ποτέμκιν

 

 

Γιώργος Βέλτσος
Από τη συλλογή 'Ανάποδα οδεύει ο δολοφόνος'

 

Ας υποθέσουμε μιάν ανέξοδη σκιά πλάι στη θάλασσα
Σ' εκείνα τα αόρατα νησιά όπου εξασθενούμε
αδύναμοι σαν τα παιδιά
αφήνοντας το μένος γιά τις πόλεις
Εκεί όπου βουλιάζουμε
κι αποδεχόμαστε όλο τον όγκο του νερού
να μας σκεπάζει
Ας αφεθούμε στην αστάθεια του τυφλού
που απώλεσε τη βακτηρία
ψαύοντας τον καθρέφτη του ορατού
Ας γίνουμε γεννήματα του νόστου
χωρίς τον απολογισμό της ασυναρτησίας
χωρίς του νέου την αδύνατη εποχή
Αδιάφοροι γιά την αιώνια επιστροφή
πρωτόζωοι ένοικοι σε κέλυφος Θεού
αποθεματικοί άλλου ταμείου
Ας απαλύνουμε μιά βούληση ρητή
Ας γίνουμε άβουλοι, περιττοί
Ας αισθανθούμε έναν προς έναν
τους δεσμούς με το μηδέν που υφίσταται ολόκληρο
σ' έναν ασυμφυλίωτο συμψηφισμό
-είτε το θέλει είτε όχι η ζωή
...............................................

 

 

Ιουλίτα Ηλιοπούλου
Απο τη συλλογή 'Το σπίτι'

 

ΜΑΖΕΥΕΙ ΚΑΤΙ. Κάτι ελάχιστο. Ένα ποτήρι , μια ζακέτα πλεκτή.
«Το μπρίκι βάλε, το μπρίκι» φωνάζει η μάνα της. Κι αυτή το παίρνει
και κρύβει μέσα μια κούκλα πάνινη, τσακισμένη στα τέσσερα. Και
τον κοκάλινο σταυρό της γιαγιάς της. Μετά διπλώνει την κουβέρτα,
το σπίτι της. Ολόκληρο. Και ξεκινούν τριών ημερών πορεία μέχρι την
θάλασσα. Νύχτα περνώντας το συρματόπλεγμα πιάστηκε, μπλέχτηκε η κουβέρτα. Κι απόμεινε πίσω για πάντα το σπίτι. Τώρα, μπαίνει με τους άλλους στη βάρκα
κρατώντας στα χέρια μονάχα την τύχη της.
Άγνωστη.

 

 

Τασούλα Καραγεωργίου
Από τη συλλογή 'Η χελώνα του Κεραμεικού'

Η δούλη της Ηγησώς

 

Τί κι αν εμοίρασε ο τεχνίτης
στις δυό μορφές ισότιμα τη θλίψη;
Τη μνήμη δεν την μοίρασε στα δυό.
Ποιός ξέρει τι απέγινε η μικρή θεραπαινίδα,
όταν η γη σκέπασε πιά την Ηγησώ;

Κοιτάζω το θλιμένο πρόσωπο
το γόνατο σε κλίση υποταγής
το χέρι που κρατά την κοσμηματοθήκη
(σύμβολο ματαιότητας του βίου της κυράς της.)
Μα πιό πολύ προσέχω τον χειριδωτό χιτώνα:
βαρβαρική αμφίεσης κι ένδυμα ξενικό.

(Ήρθε λοιπόν από μακριά-πουλί ξενιτεμένο-
κι ίσως δεν γύρισε ποτέ στη μακρινή πατρίδα.
Τώρα απομένει μοναχά η ανάγλυφή της λύπη,
τιμή στη μοίρα των μικρών υπηρετριών.
Σαν δεκαπεντασύλλαβος γιά τα πικρά τα ξένα:
Κι  άν ξενιτειά είν ο θάνατος κι η προσφυγιά είναι Άδης.)

 

 

Γιώργος Μαρκόπουλος
Από τη συλλογή 'Κρυφός κυνηγός'

Αέναη εναλλαγή
III

 

Ω αέναη  εναλλαγή των μηνών μέσα στο χρόνο.

Του ψύχους την άγρια είδα τη σκοτεινιά το Γενάρη
και του υνιού την ορμή
με βία το πρωί ξεσπιτώνοντας το σκουλήκι
ενώ ιδού,  άνεμος ακόμη παντού βασιλεύει
ο πανικός ο μεγάλος του κεραυνού μέσα στη νύχτα
καθώς τινάζει ο πετεινός το λαιμό στο σκοτάδι
εκσφενδονίζοντας λίρες
και η αλεπού φοβισμένη το δαγκωμένο πουλάκι
απ’ το στόμα πετά.

Ω αέναη εναλλαγή των μηνών μέσα στο χρόνο.

Χρώμα καφέ του Φλεβάρη,
βροχή στα παράθυρα που επιστρέφει
και μελανί σκοτάδι του δάσους,
κάμπος πνιγμένος στην ομίχλη
εκεί που η καμπάνα το απόγευμα την πλημμύρα σημαίνει

Οποία στιλπνότης του κατόπτρου
………………………………………………………………

 

 

Ανθή Μαρωνίτη
Από τη συλλογή 'Χρωμοσώματα'

Αταξινόμητη

 

Η ζωή, να τη βλέπεις
Το ύφος που ελέγχει
Η φωτεινή λεπτομέρεια

Κοιτάζοντας τις προθέσεις
το αέναο παιχνίδι τους
-όπως σταγόνες βροχής-
πιό σπουδαίες απ' ό,τι δείχνουν

Η ζωή, να την ακούς
Να γράφεις με πάταγο
Να ζεις σιωπηλά

Το ξάφνιασμα βάζει σε σκέψεις
Ο χρόνος, όχι οι πράξεις
Όχι ο πόνος που βυθίζει

Ν' αντιστέκεσαι στην πρόωρη παρηγοριά
Καλύτερα ο άγνωστος φόβος
Μερίδιο άγνωστης χαράς

Λουλούδια καλαμποκιού γαλάζια
Πουλιά σε καλώδια ηλεκτροφόρα
Σύννεφα-καράβια στον ουρανό
Όλα αναμενόμενα,
εκτος απ' το καπέλο της

 

 

Αντώνης Φωστιέρης
Από τη συλλογή 'Η σκέψη ανήκει στο πένθος'
Επίθεση Επιθέτων

 

Όπου ρίξω το βλέμμα μου κόπρος. Ανεκτίμητο λίπασμα
Οι βολβοί των ματιών μου ν’ ανθίσουνε χρώματα

Τέτοια σκεφτόμουνα μικρός.
Τέτοιες ιδέες ροκάνιζαν το μυαλό μου, ώσπου-στα δώδεκα-
Με βρήκε κείνη η σπάνια
Φανταστική ασθένεια της λογικής
Και μ' αποτέλειωσε. Δεν κάνει εδώ να δώσω λεπτομέρειες
Αλλά το βράδυ που έβαζα το ξυπνητήρι, ενώ έξω  έφεγγαν
Τα φώτα των ουράνιων οικισμών, έ, ήμουν σίγουρος
Πως μες στον ύπνο ένα γιγάντιο ρολόι θα τίναζε
Το στολισμένο σύμπαν στα εξ ών. Θυμάμαι ακόμη τα όνειρα
Των βρυχηθμών
Κι ένα λιοντάρι μεθυσμένο από θυμό να ωρύεται
Στην έρημο των ερειπίων

Τραγούδα λοιπόν, ώ ανάμνηση,
Με κατά μέτωπον επίθεση επιθέτων
Την τρυφερότητα της παιδικής ψυχής μου
Τη φρίκη της άμωμης έκπληξης
Την άγουρη πέτρα που έσταζε δάκρυ
Στο πιό ανάερο άγγιγμα. Ένας παγκόσμιος πόλεμος ωχριά
Μπρος στα οράματα νηπίου. Η βόμβα βομβίζει σα μύγα
Μπρος στις εκρήξεις
Που αλυσιδωτά
Πυροδοτεί    

...........................................................................................

 

 

Θανάσης Χατζόπουλος
Από τη συλλογή 'Πρόσωπο με τη γη'

Οριζοντίως και καθέτως

 

Κι οι άνθρωποι οργανώνουν τις ζωές τους
Οριζοντίως και καθέτως
Όχι όπως δύο διαστάσεων σταυρόλεξα
Αλλά όπως συνομιλίες πεπρωμένων
Το ένα με το άλλο Τη μία πάνω
Την άλλη κάτω, στρώματα γεωλογικών μεταβολών
Το ένα πλάι στο άλλο
Εκεί όπου διασταυρώνονται στις πόλεις τους
Η οδός της φιλευσπλαχνίας με την οδό
Που δεν ομολογείται πάντοτε δρομολογημένη Του μίσους
Η οδός του Αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης
Με την οδό της απώλειας
Η οδός των ηρώων με την οδό των ληστών
Η οδός των επαναστατών
Με την οδό των διαχειριστών της άρχουσας τάξης

Όλοι διαβήκαμε αυτούς τους δρόμους
Άλλοτε μικρά στενά που αναστενάζουν
Στον παραμικρό ψίθυρο από την ηχώ όπως
Ξεροπήγαδα ανάμεσα στις έναντι υψούμενες αλλήλων
Όψεις κτιρίων που δεν χωρίζονται
Παρά από τριών μέτρων ανάσα

……………………………………………………………

 

 

Γιώργος Χρονάς
Από τη συλλογή 'Τα ποιήματα 1973 - 2008'

Η δολοφονία της κυρίας Νίχιλ

 

Όπως  δεν δούλεψε από τότε ποτέ
Κι έκλεβε από τα τρόφιμα μια συνάντηση
Αφήνοντας τα σινεμά και τις διαδρομές στα πάρκα
Στην αρχή μου έδειξε μια φωτογραφία της μάνας του
Για τον πατέρα του, είπε
Πεθαμένος.
Τον έβλεπα να περιεργάζεται τα έπιπλα
Να ξαπλώνει στα μαξιλάρια
Άλλοτε έκανε μπάνιο με τις ώρες στο λουτρό
Του έλεγα, θεέ της συγκεκριμένης μου επιθυμίας
Δολοφόνε αυτής της μπάλας που πρέπει κάποτε να σπάσει
Εισαγωγή στη λίμπιντο.
Στην αρχή μάζευε τα ψίχουλα από το πάτωμα
Και στις εξόδους του δεν αργούσε
Με κρατούσε από τη μέση καθώς στηριζόμουν στις σεζ λόνγκ
Όταν παράγγελνα στα γκαρσόνια φαγητό.
Ο συμβολαιογράφος και η γάτα του
Οδός Θεμιστοκλέους
Με συνεβούλεψαν
Εσείς, Κυρία Νυστερινή, ξεπέσατε
Αυτό σήμερα πρώτη φορά συμβαίνει
Με ταφτάδες δεν αγοράζονται πια οι αγάπες
Παιδί αυτό είκοσι χρονώ
Πάντως τους όρους να μη μάθει.
Ήταν βέβαιο θα με σκότωνε
Αφού του ’γραφα μετά το θάνατό μου
ό,τι είχα
Αυτός ήταν λόγος αν τον σέβομαι
όπως δεν δούλεψε από τότε ποτέ
κι έκλεβε από τα τρόφιμα μια συνάντηση
αφήνοντας τα σινεμά και τις διαδρομές στα πάρκα.
Μιλάω, εννοείται, μόνο με ένρινα
ανάμεσα στα φωνήεντα βάζω άγνωστες λέξεις
Όταν οι γάτες δεν κοιμούνται τρώνε ή αφοδεύουνε
Όλες τις λειτουργίες τις βρίσκω φυσικές
Τα χαλαρωμένα ήθη τα κατανοώ
Και τις κοινωνικές ανακατατάξεις καταγράφω
Τις προσφωνήσεις των Γερμανών εκπαιδευτικών
για τους λαούς της Μεσογείου
Ακριβέ μου φίλε…
Εννοώ

Ανεβαίνω μονάχη τις σκάλες

Όλα αρχίζουν όπως τελειώνουν
Τίποτα
Κοίτα, μου ’πε, οι κουρτίνες μπήκαν στο πλύσιμο
Σε κορόιδεψαν στην αγορά
Μετά μου ’δωσε ποτό
Η πλύση στομάχου δε μ’ έφερε πίσω

Μακ, φέρε μου τον καφέ
Πιερ Πάολο, ακριβέ μου φίλε, τι θα πάρετε;

 


Επιστημονικό Συνέδριο
Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2013, 17:30

Κέντρο Τεχνών

 

Οργάνωση - Επιμέλεια

Φώτης Καγγελάρης

 

Επιστημονική Επιτροπή

Βασίλης Ζηλάκος
Φώτης Καγγελάρης
Τέση Λαζαράτου
 

Συμμετέχουν

Βασίλης Ζηλάκος Εκδότης - Διευθυντής περιοδικού 'κουκούτσι'
Τέση Λαζαράτου Ψυχοθεραπεύτρια
Σάββας Μιχαήλ Συγγραφέας
Κωνσταντίνος Μπούρας Ποιητής - Κριτικός Λογοτεχνίας
Κωνσταντίνος Μωραΐτης Αρχιτέκτονας Μηχανικός - Καθηγητής Ε.Μ.Π.
Γεράσιμος Ρηγάτος Ιατρός, Συγγραφέας
Πέπη Ρηγοπούλου Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Αθηνών, Τμήμα Επικοινωνίας και Μ.Μ.Ε.
Στέφανος Ροζάνης Καθηγητής Φιλοσοφίας Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών
Νίκος Σιδέρης Ψυχίατρος, Ψυχαναλυτής, Συγγραφέας

 

 

Περιλήψεις Εισηγήσεων


Βασίλης Ζηλάκος Εκδότης - Διευθυντής περιοδικού 'κουκούτσι'

'Ποιητικά κέλευθα'


Μια σύντομη ξενάγηση στον βιο που επέλεξα να θέσω σαν προσωπικό μου ιδανικό μέσα από 10 ποίηματα.

 

 

Τέση Λαζαράτου Ψυχοθεραπεύτρια

'Το κόστος της επιλογής'


Εν μέσω μιας αδυσώπητης συστημικής κρίσης που μαίνεται στην αχανή έρημο της μητροπολιτικής βίας, αναγορεύεται σαν  κυρίαρχο ιδεολόγημα η προβληματική της άρνησης του δικαιώματος της επιλογής. Κέντρο της, η αποποίηση του κόστους. Την ώρα που δεν υπερχρεώνονται μόνο τα νοικοκυριά αλλά πρωτίστως και οι ίδιες οι ζωές των ανθρώπων, περισσεύει ανοηματοδότητο  κι αποτιμάται όχι μόνο ως άχρηστο αλλά φευ ως επιζήμιο, το κόστος. Δι’ αυτού, κηρύττεται  έκπτωτη η ευθύνη της επιλογής. Κατ΄επέκταση, η ελευθερία του ανθρώπου απαξιώνεται, όχι μόνο ως  μη δυνάμενη ή ανέφικτη αλλά έτι περαιτέρω ως μη υφιστάμενη...Προφανώς εν τω βάθει, ως η μόνη πραγματική, αντισυστημική κι επικίνδυνη αντίπαλος.

 

 

Σάββας Μιχαήλ Συγγραφέας

'Επιλέγοντας την επιλογή'

 

 

Κωνσταντίνος Μπούρας Ποιητής-Κριτικός Λογοτεχνίας

'Επιλέγω να αισιοδοξώ στην Τέχνη και στη Ζωή'


Τέχνη που δεν συμβάλλει στην ευζωία του Ανθρώπου είναι επίδοση περιττή. Βεβαίως, η διαμεσολαβημένη απαισιοδοξία, ο λογοτεχνικός, καλλιτεχνικός ή φιλοσοφικός πεσσιμισμός μπορεί να λειτουργεί με ομοιοπαθητικό τρόπο ώστε να ανακαλύψουμε τις χαρές τής ζωής που θα γέμιζαν εν μέρει το υπαρξιακό κενό μας. Ο αισιόδοξος άνθρωπος είναι κι αισιόδοξος καλλιτέχνης.

 

 

Κωνσταντίνος Μωραΐτης Αρχιτέκτονας Μηχανικός – Καθηγητής Ε.Μ.Π.

'Μορφών Επικλήσεις'


Είναι σημαντικό να διαστείλουμε την «επιλογή», ως συνθήκη δρώσας συνείδησης, ως συνθήκη επιβολής του συνειδητά επιλεγμένου σημαινόμενου επί του σημαίνοντος, αυτήν να διαστείλουμε τη συνθήκη, από ότι εμείς θα θεωρήσουμε ως «σημαντικότερο» - ως χαρακτηριστικότερο της σημαίνουσας διαδικασίας. Από τη μη επιλογή του υποκειμένου δηλαδή, από τη συνθήκη εκείνη κατά την οποία το σημαίνον εγκαλεί το υποκείμενο, το σημαίνον δια του υποκειμένου διέρχεται, αποδεικνύοντας την καθοριστική ισχύ του με όρους πυθικής εκ-φράσης.

Η πρόκληση αυτή του σημαίνοντος, καθώς ασκείται επί του υποθετικά κυρίαρχου υποκειμένου του λόγου, εμφανίζεται τόσο ενοχλητικότερη, τόσο περισσότερο νύσσουσα, όσο διακυβεύεται από απαίτηση πρακτικού «λόγου», όσο διακυβεύεται από απαίτηση λογικής οικονομίας και κατασκευαστικής οργανωτικής συγκρότησης, σε τέχνες όπως η αρχιτεκτονική.
Αλλά μήπως και αυτή η κατασκευαστική εφευρετικότητα αναδύεται, κατά τις σημαντικότερες εκλάμψεις της, από το μορφικό του σημαίνοντος όραμα; Από την επίκληση που επί της συνείδησης ασκεί το πλουσιότατο των μορφών υπόστρωμα; Αυτό πιθανότατα με επιλέγει, αυτό με επιλέγει αντί εγώ αυτό, «στην τέχνη και στη ζωή».

 

 

Γεράσιμος Ρηγάτος Ιατρός, Συγγραφέας

'Επιλέγω να...
Μιλήσω με παροιμίες για το Μνημόνιο
... Στην Τέχνη, στη Ζωή'


Η πολύπλευρη κρίση των τελευταίων χρόνων εκτός από τις επιπτώσεις στη ζωή των ανθρώπων συνεπάγεται και προβλήματα στην εκπαίδευση, στην προαγωγή της Τέχνης, στην έκδοση βιβλίων κλπ. Αίτια και αποτελέσματα της κρίσης σχολιάζονται εδώ, μέσα από τον σύντομο, πυκνό, χαριτωμένο, διδακτικό αλλά και σκληρό συχνά λόγο τριάντα νεοελληνικών παροιμιών.

 

 

Πέπη Ρηγοπούλου Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Αθηνών, Τμήμα Επικοινωνίας και Μ.Μ.Ε.

'Η επιλογή ως τραύμα και ως θαύμα'


Η επιλογή είναι, μας λένε τα καταγωγικά κείμενα της αρχαιότητας και της νεωτερικότητας, από τον Όμηρο μέχρι τον Δάντη, το δώρο του θείου στον άνθρωπο. Αυτό που του επιτρέπει να έχει ευθύνη, ελευθερία, πολιτική και πολιτισμική υπόσταση. Ωστόσο, το ιστορικά, τα κοινωνικά τραύματα της ανθρωπότητας και ο ανθρώπινος ψυχισμός  μας δείχνουν ότι είναι πολύ δύσκολο να βεβαιώσουμε ότι η επιλογή, ακόμη και όταν την εκφέρουμε και την θέτουμε σε εφαρμογή, μας ανήκει. Και αυτό διότι ο άλλος, ο έτερος , δεν κυριαρχεί μόνον έξω αλλά και ενεδρεύει μέσα μας. Στο κοινωνικό πεδίο ο έτερος διασφαλίζει την κυριαρχία του την ίδια ώρα που θεσμικά μας εγγυάται το δικαίωμα μιας αυτονομίας του επιλέγειν για την οποία έχει κανονιστεί να μείνει στα λόγια. Στο ψυχικό πεδίο ο άλλος, τα γονεϊκά αρχέτυπα και όλες τους οι μεταμορφώσεις,  ενεδρεύουν μεταμφιεσμένα σε ένα ετεροκατευθυνόμενο κατ’ ουσίαν εγώ.  Μια διαδικασία ωρίμανσης που άλλοτε, στους παραδοσιακούς πολιτισμούς, προετοίμαζε η μυητική τελετουργία, είναι το απαραίτητο προαπαιτούμενο  κάθε ουσιαστικής επιλογής. Διαδικασία που αγγίζει τους τόπους του τραύματος και του θαύματος.

 

 

Στέφανος Ροζάνης Καθηγητής Φιλοσοφίας Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών

'Ο καταμερισμός ανάμεσα στην Τέχνη και στη Ζωή'


Σημασιολογικά, θα έλεγα ότι η θεματική η οποία τίθεται προς επεξεργασία είναι μια θεματική καταμερισμού: ‘Επιλέγω να… στην Τέχνη, στη Ζωή’. Ο καταμερισμός αφορά προφανώς το μοίρασμα ανάμεσα στην Τέχνη και στη Ζωή. Μπορώ, δηλαδή, να επιλέγω κάτι στην Τέχνη αλλά να μην το επιλέγω στη Ζωή. Ή και αντίστροφα: μπορώ να επιλέγω κάτι στη Ζωή και να μην επιλέγω το ίδιο στην Τέχνη.

 

 

Νίκος Σιδέρης Ψυχίατρος, Ψυχαναλυτής, Συγγραφέας

'Το Φάντασμα της Επιλογής'


Ποιοί μηχανισμοί διαμορφώνουν τους βαθμούς ελευθερίας που διαθέτει το ψυχικό σύστημα και συγκροτούν τις δυνητικές συνθήκες της επιλογής; Η απάντηση διερευνάται στην τομή νευροεπιστήμης, ψυχολογίας, ψυχανάλυσης και ανθρωπολογίας. Και διατυπώνεται ως συνάρτηση της αναγκαστικής ελευθερίας που παράγουν τα παίγνια λόγου και φρεναπάτης στο πλαίσιο της υποκειμενικής λειτουργίας.

 


Ώρες Εισηγήσεων
18.00 Βασίλης Ζηλάκος Εκδότης-Διευθυντής περιοδικού 'κουκούτσι'
18.20 Κωνσταντίνος Μπούρας Ποιητής-Κριτικός Λογοτεχνίας
18.40 Τέση Λαζαράτου Ψυχοθεραπεύτρια
19.00 Κωνσταντίνος Μωραΐτης Αρχιτέκτονας Μηχανικός-Καθηγητής Ε.Μ.Π.
19.20 Γεράσιμος Ρηγάτος Ιατρός, Συγγραφέας
19.40 Στέφανος Ροζάνης Καθηγητής Φιλοσοφίας Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών
20.00 Πέπη Ρηγοπούλου Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Αθηνών, Τμήμα Επικοινωνίας και Μ.Μ.Ε.
20.20 Σάββας Μιχαήλ Συγγραφέας
20.40 Νίκος Σιδέρης Ψυχίατρος, Ψυχαναλυτής, Συγγραφέας

 


Μουσικό Ιντερμέδιο
Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2013, 21:00

Κέντρο Τεχνών

 

Οργάνωση - Επιμέλεια

Χρυσούλα Αγκυρανοπούλου

 

Πιάνο: Χρυσούλα Αγκυρανοπούλου
σε έργα: D. Scarlatti, F. Liszt, F. Chopin   
Κλασική κιθάρα - σολίστ: Άγγελος Αγκυρανόπουλος
σε έργα: R. Dienz, I. Albeniz
Το πρόγραμμα παρουσιάζει ο ηθοποιός Δημήτρης Κουτρουβιδέας

 

 

                                                               Τα αειθαλή δώρα του bel canto

     
Προάγγελος της σονάτας και των λυρικών θεμάτων του ρομαντισμού, ο Ντομένικο Σκαρλάτι στην παρακαταθήκη των 555 Ασκήσεων, όπως ονόμασε ο ίδιος τις άκρως δεξιοτεχνικές και τολμηρές συνθέσεις του για τσέμπαλο, δημιούργησε όλες τις προϋποθέσεις για να τον μιμηθούν οι μεταγενέστεροι κληρονόμοι της μουσικής. Οι σονάτες L 457 και 481, που θα ακουστούν, οι οποίες είναι γραμμένες στην τελευταία περίοδο δημιουργίας, δηλαδή μετά το 1735, αποτελούν αντιπροσωπευτικά δείγματα τόσο του bel canto (ας μην ξεχνάμε τις επιρροές βέβαια από το έργο του πατέρα του Αλεσάντρο Σκαρλάτι όσον αφορά την όπερα) όσο και της εμμονής του συνθέτη στο ισπανικό φλαμένκο, το οποίο και σπούδασε τέσσερα χρόνια στη Σεβίλλη. Ο Σοπέν συνήθιζε να διδάσκει αυτές τις σονάτες στους μαθητές του θεωρώντας ότι αποτελούν μια τεράστια δεξαμενή ενός πνεύματος το οποίο κάλλιστα μπορεί να συγκριθεί με αυτό του Μότσαρτ. Ο ίδιος εκτιμούσε ότι:

«αν μάλιστα δεν είχα τον φόβο της κατάκρισης από διάφορους κοντόφθαλμους, θα ερμήνευα ευχαρίστως κομμάτια του Σκαρλάτι στις συναυλίες μου. Είμαι ωστόσο σίγουρος πως η μουσική του κάποια μέρα θα σταθεί στο βάθρο που της αξίζει και θα χαίρει άκρας εκτίμησης τόσο από τους μουσικούς όσο και από το κοινό.»

Στα Νυχτερινά του, που ολοκληρώθηκαν το 1846 είναι εμφανή τα στοιχεία του αυτοσχεδιασμού, της ιταλικής κυρίως όπερας, των ελεγειακών τόνων καθώς επίσης της ποίησης, του ονείρου, του έντονου μυστικισμού. Στο Νυχτερινό op. 27 No 1 του προγράμματος όλες οι παραπάνω παράμετροι ανάγουν το έργο σε μια από τις πλέον εμπνευσμένες στιγμές του Σοπέν.

Έτσι θα πρέπει να αισθανόταν ο Φραντς Λιστ όταν, καλεσμένος στο σαλόνι της ποιήτριας Καρολίνας Πάβλοβα στη Μόσχα το 1843, και διαβάζοντας ένα από τα ποιήματά της με τίτλο Pourquoi donc (Γιατί λοιπόν) έφυγε από την Ρωσία έχοντας στη βαλίτσα του μια μοναδική σύνθεση άνευ πρηγουμένου, την οποία δημοσίευσε για σόλο πιάνο το 1848 με τον τίτλο Romance. Ένας ακόμη θρίαμβος του bel canto με σφραγίδα μιας ρωσίδας ποιήτριας.

Όταν ο Ισαάκ Αλμπένιθ έφτανε το 1880 στη Βουδαπέστη για να συναντήσει τον Λιστ, δεν κατάφερε να τον βρεί. Είχε διδαχθεί πιάνο από δύο μαθητές του αποκτώντας μια εντυπωσιακή τεχνική και ένα φλογερότατο προσωπικό ύφος στην ερμηνεία των έργων του, τόσο που το παίξιμό του συγκρίθηκε με του Λίστ και του Ρουμπινστάιν. Ο Μιγκουέλ Λομπέ και ο Φρανθίσκο Τάρεγκα έκαναν τις μεταγραφές των συνθέσεων του για κιθάρα με αποτέλεσμα να κυριαρχεί στο ευρύ κοινό η αντίληψη ότι ο Αλμπένιθ έγραψε για κιθάρα. Το Rumores de la caleta, σε μεταγραφή από τον Αντρές Σεγκόβια θα σας πείσει για τις απλές μελωδικές γραμμές και τα γυρίσματα του φλαμένκο του λάτρεψε ο Σκαρλάτι.

Σε ένα γαϊτανάκι θεμάτων στροβιλίστηκε και ο σύγχρονός μας Ρόλαντ Ντύενς στο πολυθεματικό Tango en Skai, έργο του 1985. Εδώ συνυπάρχουν αρμονικά οι αυτοσχεδιασμοί της τζάζ, το τάνγκο και ο Πιατσόλα, παραδοσιακές φόρμες από την Βραζιλία και την Αργεντινή. Πράγμα που αποδεικνύει περίτρανα πως κάθε μουσική είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τους προκατόχους της. Όπως άλλωστε και κάθε μορφή τέχνης.

 

                                                                                                               Χ.Α. Οκτώβριος 2013

 

 

Εργαστήριο Φωτογραφίας
Σάββατο 23 και Κυριακή 24 Νοεμβρίου
Booze Cooperativa, Κολοκοτρώνη 57, μετρό Μοναστηράκι

 

Επιβλέπων

Στέφανος Πάσχος Φωτογράφος, Καθηγητής Φωτογραφίας

Συμμετοχή 15 ατόμων
Επιλογή βάσει βιογραφικού και portfolio, αποστολή στο e-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

τηλέφωνο επικοινωνίας: 6972 029687


Στέφανος Πάσχος

Επιλέγω να.....


Αρχίζω την διαδικασία χωρίς a priori .
Διαλέγω το θέμα, καδράρω, αναζητώ το φως, επιλέγω τις σκιές, διαμορφώνω το χώρο και στη συνέχεια τα επεξεργάζομαι χωρίς όρια.
Σκηνοθετώ τη λήψη και επαναπροσδιορίζω τις δυνατότητες της φωτογραφίας σε μια  μοναχική και ατέρμονη πορεία.
Τα ίχνη της αλήθειας, της φωτογραφημένης πραγματικότητας, της εσωτερικής μοναξιάς “σπαράγματα”* της ψυχής και της μνήμης, αναδιοργανώνονται όταν επιλέγω να ξαναδώ την εικόνα σαν υλικό και σαν τρόπο έκφρασης.
Ίσως τελικά επιλέγω να επαναπροσδιορίσω τη φωτογραφία σαν μια συνεχή διαδικασία αναζήτησης και επιλογής με άπειρες δυνατότητες και πάντα χωρίς όρια.

*τα κομμάτια σπασμένων αγαλμάτων και αγγείων που οι ανασκαφές φέρνουν στο φως

 


Ημερίδα Φωτογραφίας   
Παρασκευή 29 Νοεμβρίου, 18:00, Κέντρο Τεχνών

 

Συμμετέχουν

Απόστολος Αποστόλου Δρ Φιλοσοφίας
Αλέξανδρος Βούτσας Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών (ε.ε.δι.π.), Εργαστήριο Φωτογραφίας
Κώστας Γουδής Φωτογράφος, Καθηγητής Φωτογραφίας
Δημήτρης Μαστοράκος Φωτογράφος, Θεωρητικός Φωτογραφίας
Ομάδα allos art project
Στέφανος Πάσχος Φωτογράφος, Καθηγητής Φωτογραφίας
Ηώ Πάσχου Διδάσκουσα Τ.Ε.Ι. Αθήνας

 

 

Περιλήψεις Εισηγήσεων


Απόστολος Αποστόλου Δρ Φιλοσοφίας

'Η επιλογή των οραματικών πραγματικοτήτων και των πραγματοποιούμενων προφητειών στην τέχνη και στη ζωή.'


Η επιλογή βασιζόμενη περισσότερο σ' αυτά που προϋποθέτει η προ-διαμόρφωση του βλέμματος, εμπεριέχει την ίδια την προβληματική του βλέμματος και παραμένει προβληματική. Η ζωή και η τέχνη μέσα από τις επιλογικές αφαιρέσεις κινήθηκαν για μεγάλο διάστημα σε οραματικές πραγματικότητες ενός υπερρεαλισμού και σε πραγματοποιούμενες προφητείες ενός υπερφουτουρισμού. Η οραματική πραγματικότητα ενός υπερρεαλισμού γίνεται παραισθητική και υπερόραμα και συναντά την προφητική αλήθεια του υπερφουτουρισμού.

 

 

Αλέξανδρος Βούτσας Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών (ε.ε.δι.π.), Εργαστήριο Φωτογραφίας

'Επιλέγω να δέχομαι την αδικία στην Τέχνη, στη Ζωή'


Μέσα από την παρουσία αυτή γίνεται μια διαφορετική πρόταση ανάλυσης για το ζήτημα της αδικίας στη ζωή μας, όταν αυτή έχει ήδη συμβεί.
Έχει συμβεί ή εμείς τη δημιουργούμε; Τι είναι αδικία; Τι ρόλο παίζουν η σύγκριση, η γνώση, η ανοχή, η εσωτερική ισορροπία, ο φόβος, η αγάπη, η συγχώρεση; Μήπως μέσα από μία υπέρβαση με έναυσμα την ίδια αυτή αδικία μπορούμε να σμιλευτούμε ως προς την κατανόηση και επικοινωνία και που θα μπορούσε να οδηγήσει στη προσωπική και ομαδική μας εξέλιξη.

 

 

Δημήτρης Μαστοράκος Φωτογράφος, Θεωρητικός Φωτογραφίας

'Το μετακινούμενο σημείο (ή η αιχμαλωσία των συμβόλων) …και η φωτογραφία'


...Έτσι θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για ένα συνεχώς «μεταβαλλόμενο σημείο», το οποίο έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις στις μέρες μας. Ειδικά στην σύγχρονη καλλιτεχνική φωτογραφία, οι αναστοχασμοί και οι σχολιασμοί πάνω σε παρελθούσες ή σύγχρονες «πραγματικότητες» και στερεότυπα, η συνεχή υιοθέτηση νέων ρόλων, η αναπόφευκτη ένταξή μας σε συνεχώς μεταβαλλόμενα(τουλάχιστον σε ένα μέρος τους) πλαίσια, έχουν οδηγήσει την φωτογραφία σε ένα αυξανόμενο λόγο, σε ένα ανακυκλώμενο λόγο, που την έχει τοποθετήσει, μονίμως θα λέγαμε, στον χώρο της ερμηνείας, του σημαινόμενου.

...μπορεί να υπάρξει και μια άλλη προσέγγιση στην φωτογραφική πράξη και την σημειολογία της εικόνας της, μιας και το μεταβαλλόμενο σημείο που αναφέραμε παραπάνω, ακινητοποιείται, μετατρέπεται ίσως σε ένα ξαφνικό, σωρευτικό σημείο, υποδοχής σημαινόντων και των αντίστοιχων ερμηνειών που προκύπτουν και που δεν είναι προϊόν ενός συμβολοποιημένου, άρα εφησυχασμένου κόσμου.
Επιλέγω να αφήνω ένα παράθυρο ανοιχτό σε αυτό το κάτι άλλο, το οποίο η φωτογραφία μπορεί να το «δείξει».

 

 

Ομάδα allos art project

'Αυτό εδώ δεν είναι Τέχνη'


Σήμερα που οι αξίες και οι ορισμοί τίθενται σε αμφισβήτηση, που η κοινωνία και η ιστορία αμφισβητούν τις έννοιες έτσι όπως τις γνωρίζαμε, τίθεται εκ νέου το ερώτημα του προσδιορισμού του έργου τέχνης. Αυτό που θέλουμε να υποστηρίξουμε ως ομάδα δεν είναι να επιλέξουμε να βρεθούμε ή να ανήκουμε σε ένα ακαδημαϊκό ή μη κίνημα τέχνης ούτε να βρεθούμε στη λογική του έργου τέχνης ως καταναλωτικού αγαθού αλλά να επιλέξουμε να είμαστε εμείς μέσα από το έργο μας. Να ανακαλύψουμε ποιοι είμαστε όχι μόνο μέσα από τη δική μας τέχνη, αλλά και του άλλου και να κάνουμε μια καινούρια αφετηρία στο δρόμο της γνώσης του εαυτού μας και του κόσμου μέσα από τον καλλιτεχνικό διάλογο διαφορετικών μορφών τέχνης και των δημιουργών τους.

 

 

Στέφανος Πάσχος Φωτογράφος, Καθηγητής Φωτογραφίας

 

 

Ηώ Πάσχου Διδάσκουσα Τ.Ε.Ι. Αθήνας

'Επιλέγω στην εποχή της ψηφιακής τεχνολογίας'


Στην παρούσα εισήγηση θα μελετήσουμε τις δυνατότητες επιλογής της φωτογραφικής εικόνας μέσα απο την χρήση της ψηφιακής εμπειρίας.
Με ποιά κριτήρια επιλέγουμε να προβάλλουμε μια εικόνα στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης; Υπάρχουν ηθικοί φραγμοί; Σε ποιόν ανήκουν οι φωτογραφίες όταν επιλεγούν να ''κυκλοφορήσουν'' στο διαδίκτυο;
Θα προσπαθήσουμε να δώσουμε απαντήσεις και κυρίως να αναρωτηθούμε στην διαδικασία επιλογής όταν τα όρια έχουν εξ ορισμού ξεπεραστεί.

 

 

Ώρες εισηγήσεων
18:10 Κώστας Γουδής Φωτογράφος, Καθηγητής Φωτογραφίας
18:30 Δημήτρης Μαστοράκος Φωτογράφος, Θεωρητικός Φωτογραφίας
18:50 Ηώ Πάσχου Διδάσκουσα Τ.Ε.Ι. Αθήνας
19:10 Αλέξανδρος Βούτσας Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών (ε.ε.δι.π.), Εργαστήριο Φωτογραφίας
19:30 Ομάδα allos art project
19:50 Απόστολος Αποστόλου Δρ Φιλοσοφίας
20:10 Στέφανος Πάσχος Φωτογράφος, Καθηγητής Φωτογραφίας

Θα ακολουθήσει συζήτηση

 


ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ

ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ
 
                                                                                                «Όταν δεν έχω κόκκινο βάζω μπλε»
                                                                                                                                    P. Picasso
 
                                                                                                          «Σε τί μπορώ να πιστεύω;»
                                                                                                                                      I. Kant


Τι να επιλέξω;
Ποιες είναι οι επιλογές μου;
Να πω ότι, θα ζήσω ως λογικός υπό την κηδεμονία του σημαίνοντος δεν είναι επιλογή. Συμβαίνει.
Να πω ότι, θα τρελαθώ, εξ ίσου δεν εξαρτάται από μένα.
Μπορώ να επιλέξω να επαναστατήσω ή να αυτοκτονήσω, όπως έλεγε ο Camus;
Αλλά, μήπως, σήμερα, το επαναστατώ δεν είναι εφικτό;
Μου μένει η αυτοκτονία. Όμως, τι νόημα έχει αν η επανάσταση δεν είναι εφικτή; Αν η ζωή είναι συμβιβασμός ή αποδοχή ασύμβατων καταστάσεων έτσι, που το να ζω γίνεται συνώνυμο του θανάτου, έτσι, που το επιλέγω να ζω να σημαίνει επιλέγω να πεθαίνω. Από πού θα προέκυπτε η δυνατότητα του θανάτου αν η ζωή ισούται με τον θάνατο- όταν εκλείπει η δυνατότητα του επαναστατώ;
Όταν, απλά, δεν μπορώ να είμαι αυτός που θέλω.
Ποιός θέλω να είμαι;

Μπορώ να απομονωθώ. Υπό την κηδεμονία του σημαίνοντος, φυσικά. Να βρίσκομαι απ’ την άλλη μεριά των κυρίαρχων σημαινόντων αλλά εντός της θέσης που εκείνα μου υποδεικνύουν για την απομόνωσή μου.
Ή, μπορώ να ενδώσω. Να απολαμβάνω τα ψώνια μου, το internet, το κινητό τηλέφωνο, να είμαι sommelier, να ανήκω σε μια ποδοσφαιρική ομάδα, σ’ ένα σύλλογο, σ’ ένα πολιτικό κόμμα, σε μια παρέα, σε μια οικογένεια, στο Θεό. Να περνώ one night stand ή να συζήσω. Να βλέπω τα παιδιά μου να μεγαλώνουν. Να προσβλέπω στο μισθό μου, στα λεφτά μου, στο αυτοκίνητό μου, στο σπίτι μου, στην κοινωνική μου καταξίωση. Να παρακολουθώ την εξέλιξη της πολιτικής κατάστασης. Τι θα ψηφίσω… Να μην σκέφτομαι.

Θα μπορούσα να είμαι θρησκευόμενος; Μα, ποιος, άραγε, μπορεί να πιστεύει στο Θεό με τον τρόπο που πίστευε, κάποτε, ο άνθρωπος, πριν τον Spinoza; Κι αν πιστεύει σαν τον Spinoza  τότε, γιατί να πιστεύει;
Να πιστεύω σαν τον  Descartes; Μα, τότε, τι νόημα θα είχε η φράση του: «Σκέφτομαι άρα υπάρχω»; Δηλαδή, τι νόημα θα είχε η ανάδυση του υποκειμένου στη νεωτερική εποχή αν με την πίστη κατεδάφιζα τους αιώνες που ακολούθησαν για να βρεθώ προστατευμένος αλλά ανόητος;
Να πιστεύω σαν τον Κant; Μα, αυτό δεν θα σήμαινε ότι, ο θησαυρός του ‘καθ’ εαυτό’ εντάσσεται, τελικά, στην γνώση δια της οποίας προσεγγίζω τον Θεό; Δεν θα σήμαινε ότι, δεν θα υπήρχε κάτι που δεν θα γνωρίζω αλλά, και αν ακόμη υπήρχε κάτι που δεν θα γνωρίζω αυτό θα ανήκει στον Θεό; Τότε, με τι μούτρα θα αντίκριζα τον Heidegger, τον Wittgenstein, τον Sartre, ή τον Lacan που, ακριβώς, εκείνο το ‘καθ’ εαυτό’ που δεν ξεπούλησαν στον Θεό, τους επέτρεψε να αρδέψουν την σκέψη και να μιλήσουν για την ποίηση πέραν του λόγου, για το άρρητον πέραν της λέξης, για το ‘άχρηστο πάθος’ που είναι ο άνθρωπος πέραν του σκοπού, για το ‘πραγματικό’. Θα αρνιόμουν την παρέα με την οποία συνταξίδεψα χρόνια για μια προστασία, για έναν εφησυχασμό;
Να πιστεύω σαν τον Hegel;  Πώς όμως να διαχωρίσω και να αφήσω στην άκρη την εμπράγματη διάσταση του Θεού από την έννοια του κράτους που καταλήγει ολόκληρος ο γερμανικός ιδεαλισμός με τελεία τον ίδιο τον Hegel όταν, ακριβώς, το σημερινό παγκοσμιοποιημένο κράτος της Αγοράς φαίνεται να μου δημιουργεί τα ερωτηματικά που παραθέτω;
Να πιστεύω σαν τους φίλους του, τον Fichte και τον Schelling; Τον Fichte  του ‘Μη-Εγώ’ και τον Schelling…ποιόν Schelling άραγε, της ‘Indifferenz’ ή της ‘Αποκάλυψης’; Αλλά, όμως μήπως,  πρόκειται για φιλοσοφία πια και όχι για πίστη;
Και, εξ άλλου –για να χρησιμοποιήσω αντεπιχειρήματα από το θρησκευτικό στρατόπεδο- όταν ακούς αφ’ ενός από τον Ιωάννη ότι, ‘εν αρχή ην ο Λόγος’ και αφ’ ετέρου από τον Παύλο ότι, ‘ο Θεός είναι αγάπη’ τότε, μήπως, φτάνει να αγαπώ και να σκέφτομαι;
 Τι να επιλέξω; Τι θέλω; Ποιος θέλω να είμαι; Ποιος σκέφτεται; Ποιος μιλά; Ποιος διερωτάται;


Ξαφνικά, σκέφτομαι ότι, το να επιλέξω σημαίνει να πενθήσω εκείνο που θ’ αφήσω. Να το χάσω δια παντός. Το decido της επιλογής δεν προέρχεται από το decido του φόνου; Κάθε επιλογή σημαίνει απώλεια. Επιλέγω να μεγαλώσω, να βρεθώ στην επόμενη μέρα, να χωρίσω ή να είμαι με κάποιον, να σηκωθώ από την πολυθρόνα, να πάω ή να φύγω από την γιορτή, δεν σημαίνει, άραγε, ότι, χάνω δια παντός αυτό που ήμουν ‘πριν’ αλλά και την υπόσχεση του ‘πριν’ για την συνέχεια του συγκεκριμένου ‘μετά’; Ο Γρηγόριος Νύσσης δεν έλεγε ότι, κάθε συνάντηση είναι ένα προπαρασκευαστικό πένθος για την ίδια τη συνάντηση αλλά, και γι’ αυτό που ήσουν ως εκείνη τη στιγμή;
Μήπως, τελικά, δεν θέλω να επιλέξω για να μην πενθήσω; Μα, και το να μην επιλέξω δεν είναι, ήδη, μια επιλογή;
Όπως ο ψυχαναγκαστικός πεθαίνει την ζωή του σπαρασσόμενος επί του διλήμματος «και-και», «ούτε-ούτε» αλλά, όχι «ή-ή»; Μήπως να φωνάξουμε τον Kierkegaard  για ένα μάθημα ακόμη επί του ‘Είτε-Είτε’;
Μα, τι σημαίνει, τελικά, επιλέγω;  Αυτό που μου αρέσει;  Αυτό που με προστατεύει; Αυτό που μου υπόσχεται την απόλαυση χωρίς να χάσω το σημαίνον; Αυτό που θα με κάνει να βλέπομαι στο βλέμμα μου όπως ο Άλλος με βλέπει στο βλέμμα του; Αυτό που μου υπόσχεται την πλήρη εικόνα του εαυτού μου; Αυτό που μου λέει ότι, δεν θα πεθάνω; Μήπως, τελικά, το επιλέγω έχει την ίδια δυναμική με τον φροϋδικό προβληματισμό του ‘ερωτεύομαι’ όπου ο Άλλος γίνεται ο καθρέφτης όπου με βλέπω όπως νομίζω ότι είμαι ή όπως θα ‘θελα να είμαι ή όπως ήμουν κάποτε; Η επιλογή αποσκοπεί στην απόδοση της ιδανικής εικόνας του εαυτού μου έτσι όπως μου διέφυγε στο ‘στάδιο του καθρέφτη’; Μήπως, η επιλογή είναι η τέλεια εκείνη φωτογραφία που μου δίνει την εικόνα του εαυτού μου έτσι όπως δεν υπάρχει στην πραγματικότητα; Άραγε, φωτογραφίζω σημαίνει επιλέγω την εικόνα στη θέση του εαυτού μου; Εικονικός μεν αλλά έτσι αθάνατος;
Μα, όμως, συχνά, οι άνθρωποι δεν επιλέγουν εκείνο που δεν θέλουν περισσότερο για να μπορούν πάντα κάτι να επιθυμούν; Αποκτούμε, σχεδόν, τα πάντα, έλεγε ο Cioran, εκτός από αυτό που ποθούμε κρυφά. Θυμόσαστε τον Μακρή που όταν έφτασε στα προάστια του Παρισιού επέστρεψε με το επόμενο τρένο για να έχει πάντα να σκέφτεται ότι, θέλει να πάει στο Παρίσι; Μήπως, δεν κάνουμε το ταξίδι που θέλουμε, δεν έχουμε την σχέση που θέλουμε για να μπορούμε πάντα να θέλουμε; Αλλά, κι αν την έχουμε μήπως είναι προτιμότερο να την διακόψουμε αφού, έτσι θα παραμείνει η σχέση που είχαμε και θα την θέλουμε για πάντα; Μήπως, γι’ αυτό ο μελαγχολικός μπορεί να είναι καλά; Επειδή, είναι μ’ αυτό που έχει χάσει χωρίς να κινδυνεύει να το χάσει; Μήπως, ο παραληρητικός είναι καλά γιατί μέσα στην οργάνωσή του είναι μ’ αυτό που δεν είχε ποτέ; Μήπως, αποφεύγουμε να επιλέξουμε ή επιλέγουμε λάθος για να μην μας δούμε όπως θα θέλαμε, γιατί τότε θα έχουν τελειώσει τα πάντα; Μήπως, η ζωή τελειώνει όταν παύουμε να επιθυμούμε, όταν παύουμε να ονειρευόμαστε, όταν έχουμε βρεθεί στον παράδεισο όπου όλα είναι βαρετά γιατί στην πραγματικότητα βρισκόμαστε στην κόλαση όπου τίποτα δεν μπορούμε να επιλέξουμε πια; Μήπως, ποτέ δεν πρέπει να φτάνουμε αυτό που θέλουμε, σαν ένας μοναχός, σαν ένας καλλιτέχνης που οφείλουν, συνεχώς, να είναι ευλογημένα ελλειμματικοί και όχι αμαρτωλά πλήρεις;
Δηλαδή, μήπως, οφείλουμε να μην επιλέγουμε ή να επιλέγουμε λάθος- το λάθος σώζει την ύπαρξη;- ούτως ώστε, να έχουμε μια σταθερή εφεδρεία επιθυμίας και άρα επιλογής η οποία θα τροφοδοτεί τη ζωή με τη σκέψη της πραγματοποίησής της; Μα, κι αν ακόμη δεν πραγματοποιηθεί επειδή, όλο και κάτι θα βρίσκουμε να την αναβάλλουμε, γιατί, έτσι, θα γλυτώνουμε απ’ τον θάνατο ή επειδή ο θάνατος μας πρόλαβε πριν την πραγματοποιήσουμε, μήπως, νομίζουμε ότι, έτσι, παίρνοντάς την μαζί μας στην άλλη ζωή δεν πεθαίνουμε αφού, πάντα θα ζει η προοπτική της πραγματοποίησής της ακόμη κι αν δεν ζούμε εμείς;
Τελικά, η επιλογή, η στάση ζωής, το ‘ποιός είμαι’- είναι θέμα επιθυμίας;
Είναι η επιθυμία εκείνη που με ορίζει κι όχι εγώ την επιθυμία. Η επιθυμία με ορίζει με το να μου υπόσχεται τα έγκατα της απόλαυσης έναντι της οποίας εγώ αντιστέκομαι για να μην βρεθώ εκτός της κηδεμονίας του σημαίνοντος, δηλαδή, να κατοικώ εντός του λόγου και όχι ο λόγος να ενοικεί εντός μου, να μην ακούω φωνές.
‘Επιλέγω να…’ σημαίνει λοιπόν ‘επιθυμώ να…’, σημαίνει ορίζομαι ως ον εν επιθυμία, η φύση του ανθρώπου είναι η επιθυμία, έλεγε ο μεγάλος άγιος της φιλοσοφίας, ο Spinoza. Μήπως, έτσι, η βουδική προτροπή για την παύση των επιθυμιών συνιστά τη πιο μεγάλη επιθυμία μέσω του επιθυμώ να μην επιθυμώ;
Κι αλήθεια, τι είναι η ζωή, ποιο το νόημα της ζωής παρά το σύνολο των επιθυμιών (και των ματαιώσεων και των φόβων – δεν φοβόμαστε παρά αυτό που επιθυμούμε) με τις οποίες ο άνθρωπος διασχίζει τον χρόνο θέλοντας να αποφύγει την στασιμότητα, την επανάληψη, τον θάνατο αλλά που τον οδηγούν προς τον θάνατο που θέλει ακριβώς να αποφύγει και που γι’ αυτό άλλωστε τις είχε επινοήσει, τον είχαν επινοήσει. Πόσο, άραγε, θριαμβευτής είναι το υποκείμενο του σημαίνοντος όταν έχοντας πραγματοποιήσει τις επιθυμίες του στέκεται αμήχανος, ταπεινωμένος μπροστά σ’ αυτό που έκανε τα πάντα για ν’ αποφύγει, μπροστά σ’ αυτό που κανείς δεν μπορεί ν’ αποφύγει; Έκανε ότι έκανε για να φτάσει εδώ; Διέσχισε ωκεανούς κι ερήμους, χώρες, σώματα, βλέμματα, τον ορίζοντα και τα σημεία του, την γλώσσα και τα σημεία της, τα νοήματα και τις σημασίες για να φτάσει εδώ; Ή, μήπως, τελικά, αυτή είναι η πιο κρυφή του επιθυμία: να φτάσει εδώ και να μην μπορεί να ξεφύγει πια; Μήπως, το ‘ου φύναι’ του Οιδίποδα ήταν η σταθερή προσδοκία ότι, αυτό που συνέβη κάποτε, επιτέλους, θα τελειώσει;

Να, όμως, τώρα, σκέφτομαι ότι, αν η αναχώρησή μου σημαίνει την αναχώρηση του σώματός μου από τον κόσμο τούτο, μήπως, τελικά, κάθομαι και τα σκέφτομαι όλα αυτά γιατί μου λείπει το σώμα μου; Μήπως, αν γινόμουν χορευτής, ακροβάτης, επαγγελματίας εραστής ή έστω μποντυμπιλντεράς να μην τα σκεφτόμουν όλα αυτά; Το σώμα μου θα επέλεγε μόνο του την επόμενη κίνηση της χορογραφίας, το άρπαγμα του σκοινιού στον αέρα, την είσοδο του στο σώμα του Άλλου, τη θέση του μπροστά στον καθρέφτη για τις επαναλήψεις των δικεφάλων;
Να είναι όλα θέμα σώματος; Μα, τι είναι το σώμα;
Και, πώς να καταλάβω τι είναι το σώμα αφού, αν πάω να το προσεγγίσω σκοντάφτω σε λέξεις;  Σαν το σώμα να είναι σώμα λέξεων, ένα λεξικό αναμνήσεων και επιθυμιών, ίσως, αλλά, πάντως, λέξεις, δηλαδή, σημασίες. Είναι η σημασία που έχει το σώμα του Άλλου ως σημασία που μας κάνει να το θέλουμε. Αν αλλάξει η σημασία το ίδιο αυτό σώμα μάς είναι αδιάφορο ή αποκρουστικό. Να, όμως, που έτσι, δεν μπορώ να ξέρω ποιο είναι το σώμα του Άλλου, άρα και το δικό μου σώμα αφού, αυτό που ξέρω είναι η εκάστοτε σημασία που έχει για μένα, δηλαδή, οι λέξεις που έχω γι’ αυτό.
Για να είμαι σαφέστερος: μπορώ να καταλάβω. Αλλά, αυτό ακριβώς δεν μου αφαιρεί την δυνατότητα να συναντήσω το σώμα εκτός από το να το εννοώ; Η απώλεια δεν είναι πάντα προϋπόθεση του νοήματος; Μήπως, άραγε, κάνουμε έρωτα  με σημασίες και όχι με σώματα; Μήπως, τρώμε τις σημασίες των φαγητών και όχι τα φαγητά;
 Αλλά, κοιτάξτε το αδιέξοδο: όταν αναρωτιέμαι ‘τί είναι  το σώμα’ μέσα σε λέξεις δεν πάω να το βάλω; Εκείνο το είναι και όλη η οντολογική του βαρύτητα ως ‘ίστημι’ της ύπαρξης δεν με βγάζει, εξ αρχής, εκτός δρόμου αφού, η όποια απάντηση θα είναι προκαθορισμένη να δοθεί σε λέξεις, δηλαδή, ως νόημα χωρίς να μπορεί να προσεγγίσει το ‘πράγμα’; Τελικά, μήπως, το να επιλέγω δεν είναι θέμα επιλογής κατάστασης, δεν είναι θέμα που αφορά το διπλό διαζευκτικό μιας επιθυμίας αλλά, είναι θέμα επιλογής νοήματος; Δηλαδή, αυτού που επινοώ;
Και, τί είναι το νόημα; Βέβαια, κατ’ αρχήν, νόημα είναι η εποπτεία του σημαίνοντος. Τα πάντα να έχουν νόημα, να μην βρεθεί ο άνθρωπος εκτός νοήματος, έρμαιο του ‘πραγματικού – της – απόλαυσης’, της τρέλας. Αν και, τότε, ακόμη, επιχειρεί να νοηματοδοτήσει μέσω μιας μεταφοράς. Έτσι, τα πάντα είναι ένα νόημα, με πρώτο νοηματοδότη τη θρησκεία που σπεύδει να προσδώσει νόημα ακόμη και στην φύση φτιάχνοντας ερημοκκλήσια και χαρίζοντας προστάτες αγίους παντού ή τοποθετώντας βουδιστικές σημαίες προσευχών στα πιο ψηλά σημεία μπας και η φύση, η φύση του ανθρώπου βρεθεί εκτός σημαίνοντος: τίποτα δεν είναι μάταιο, τίποτα δεν είναι τυχαίο, όλα υπακούουν σε μια θεία οικονομία – ο καρκίνος, ο σεισμός, η τρέλα, η φτώχεια, το Άουσβιτς – όλα κινούνται μέσα στο σχέδιο του ασύλληπτου Μεγάλου Άλλου που είναι ο Θεός και δια του οποίου επιβάλλονται τα κυρίαρχα σημαίνοντα.
Εντάξει, αλλά, τι σημαίνει νόημα; Όσα, κατ’ αρχήν, οι λέξεις μου επιτρέπουν. Αλλά, και όσες απόπειρες κι αν κάνω για να βρεθώ εκτός λέξεων, για να συλλάβω εκτός νοήματος τη φύση του νοήματος, πάλι, μέσα στις λέξεις θα είμαι, δηλαδή, μέσα στις σημασίες, μέσα στο νόημα που πάω να ορίσω με νοήματα.
Θα πρέπει να βγω έξω από τις λέξεις θα ‘λεγε ο Wittgenstein, όχι για να μιλήσω, γιατί, έτσι, θα ήμουν πάλι μέσα στις λέξεις. Αλλά, τί; Να σωπάσω; Και τότε, πώς θα συλλάβω το νόημα; Μήπως, το νόημα είναι η σιωπή; Ή, μήπως, από την σιωπή προέρχεται; Αλλά, μιλώντας για σιωπή, δεν είμαι, πάλι, μέσα στις λέξεις;
Κι αν σωπάσω;…………………………………………………………………………………………
……………………………………………………………………………………………………………

Μήπως, τελικά, όσο περισσότερο καταλαβαίνω τόσο είμαι εκτός νοήματος αφού, ακριβώς, το νόημα που εννοώ είναι η κάλυψη του μη-νοήματος, δηλαδή, του νοήματος εκείνου που δεν μπορώ να προσεγγίσω μέσω του νοήματος; Η θρησκεία με το να δίνει νόημα στα πάντα, με το να περιμένει τον άνθρωπο μόλις γεννηθεί για να του δώσει νόημα δεν αναγνωρίζει ότι, δεν υπάρχει νόημα;
Τελικά, μήπως, σκέφτομαι για να μην ξέρω ότι, είναι εκτός νοήματος το να σκέφτομαι;
Σκεφτόμαστε για να μην σκεφτούμε ότι, δεν υπάρχει τίποτα για να σκεφτούμε. Ωστόσο, κι αν ακόμη πούμε ‘δεν υπάρχει νόημα’ είναι ήδη ένα νόημα, απόδοση νοήματος σε μια κατάσταση στερούμενης νοήματος. Το να σκεφτόμαστε ότι, ‘δεν υπάρχει τίποτα να σκεφτούμε’ εκτός του ότι, ‘δεν υπάρχει τίποτα να σκεφτούμε’ συνιστά εξ αρχής ένα νόημα εξίσου ισχυρό με αυτό της θρησκείας.
Πώς να πω ότι, ‘τίποτα δεν έχει νόημα’ αφού, το ‘δεν έχει νόημα’ είναι νόημα;
Μιλάμε επειδή σκεφτόμαστε και σκεφτόμαστε επειδή μιλάμε αλλά, και γιατί, έτσι, φτιάχνουμε έναν κόσμο από λέξεις, τον κόσμο μας, όπως ο Θεός έφτιαξε τον δικό του κόσμο, μιλώντας: «και είπε…», δηλαδή, από νοήματα. Νοηματοδοτούμε, διαρκώς, για να βρισκόμαστε σ’ ένα νοηματικό όχι απαραίτητα νοήμονα κόσμο, για να ζούμε σ’ ένα έλλογο, όχι απαραίτητα λογικό κόσμο, για να βρισκόμαστε διαρκώς υπό την ομπρέλα του σημαίνοντος.
Αλλιώς, γιατί να σκεφτόμαστε;
Τελικά, φαίνεται ότι, αν και το σημαίνον είναι παντού δεν είναι πουθενά.
 Αυτό δεν κάνει, άραγε, τον Derrida να μιλά για την διαρκή εκκρεμότητα του σημαίνοντος και τον Lacan να λέει ότι, αναφερόμαστε διαρκώς στον Άλλο, ο  οποίος Άλλος δεν υπάρχει;
Ίσως γι’ αυτό, το πάθος, ο έρωτας να είναι τόσο έντονα βιούμενα, γιατί, δεν σου αφήνουν τίποτα άλλο να σκεφτείς, ένα πλήρες τίποτα που δεν χρειάζεται τίποτα για να διώχνει τη σκέψη του τίποτα.
Ναι, ο έρωτας και το σώμα που σου χαρίζει, είναι μια κάποια λύση.

Μήπως, να επιλέξω το καθήκον ως στάση ζωής, ως αποστολή, το καθήκον έτσι, όπως μου παραδόθηκε από τον Κant «πράττε ως…», τον Arjuna, τον Κομφούκιο; Καθήκον με μια έννοια υπερεγωτική, με μια έννοια νηπτική, με μια έννοια διασφάλισης της παράδοσης υπακούοντας στα κυρίαρχα σημαίνοντα; Μα, όμως, ποιος δεν βρίσκεται μέσα στις γραμμές του καθήκοντος ή, έστω, λίγο πλάι του αν τελικά συμβάλλει με τον τρόπο του στην συνοχή αυτής της κοινωνίας, με τον τρόπο της προσωπικής του επιλογής να είναι μέσα στην κοινωνία, τρόπος που μπορεί να μην είναι πάντα αποδεκτός επειδή, φαίνεται ότι, πάει να κάνει ρωγμή στην συνοχή. Γιατί, τί άλλο θεωρείται πιο σημαντικό από την συνοχή ως προϋπόθεση για τη συνέχιση της δημιουργίας, της ζωής, με όποιο τίμημα μπορεί να έχει σε κάποιες περιπτώσεις; Μήπως, νομίζουμε ότι, επειδή η εκκλησία φωνασκεί ότι, δεν θεωρεί παράλογη την καταδίκη των σεξουαλικών ‘παρεκκλίσεων’, των αμβλώσεων, της αντισύλληψης; Απλά, υπερασπίζεται -νομίζει- με το δικό της τρόπο, -σε βάρος κάποιων, αλλά πώς θα γινόταν διαφορετικά;- τη δημιουργία -και τη συνέχεια του κόσμου μέσω  του συστήματος. Λέει όχι, για να επιτρέπει την ‘παρέκκλιση’ γιατί, αν έλεγε ναι -νομίζει- θα προέτρεπε στην διάλυση. Ξέρει, άραγε, καλύτερα από εμάς, τις αντοχές της ιστορίας;
Τι είναι το καθήκον; Μήπως, αυτό που προκύπτει από τις ‘Δέκα Εντολές’; Αυτό που προκύπτει από την κωδικοποίηση των νόμων; Ή αυτό που προκύπτει από την παράδοση; Μήπως, αυτό που προκύπτει από την χεγκελιανή και λακανική ανάγνωση της φωνής της Αντιγόνης; Μήπως, αυτό που με τύπτει; Το καλό του Άλλου; Το καλό, κατ’ αρχήν, του εαυτού μου, ακόμη, κι αν περνά μέσα από το καλό ή το κακό, κατ’ αρχήν, του Άλλου;
Μήπως, καθήκον είναι να ‘επινοώ’ τον τέταρτο δακτύλιο του λακανικού βορόμειου κόμβου, ούτως ώστε, να αλλοτριώνομαι εν σωτηρία από αυτό που παράγω, σαν τον Joyce, σαν τον Eliot; Σαν την τέχνη; Τι έχουμε, άραγε, να περιμένουμε από την Τέχνη ως το άλλο του λόγου που δεν εντάσσεται στον λόγο παρ’ ότι, είναι λόγος;

Μα, ποιος είναι, τελικά, ο λόγος που επιδιώκω να επιλέξω; Γιατί προβληματίζομαι στο να επιλέξω;
Έχω την εντύπωση ότι, προβληματίζομαι γιατί, δεν μπορώ να πω σαν τον Picasso: «αν δεν έχω κόκκινο βάζω μπλε».
 Έχω την εντύπωση ότι, υπάρχει, ήδη, μια επιλογή: το να μην επιλέγω, το να μην σκέφτομαι τι να επιλέξω. Να υπακούω στην επιλογή που άλλοι έχουν κάνει για μένα.
 Έχω την εντύπωση ότι, επέρχεται μια τέτοια διαχείριση που ούτε να πενθήσει δεν θα μπορεί κάποιος αυτό που θα ήθελε να είναι και δεν μπορεί να είναι.
 Έχω την εντύπωση ότι, επέρχεται μια τέτοια αναθεώρηση που, όχι μόνο, ο άνθρωπος δεν θα ξέρει ποιος είναι αλλά, δεν θα του περνά καν από το μυαλό το να αναρωτηθεί το ποιος είναι. Έχω την εντύπωση ότι, ακόμη και η κατάθλιψη θα απαγορεύεται εκτός, ίσως, για να αυξάνεται η τιμή της μετοχής των φαρμακοβιομηχανιών.
 Έχω την εντύπωση ότι, επέρχεται μία αλλοτρίωση με συνταγή έτοιμης ευτυχίας.
 Έχω την εντύπωση ότι, καταφτάνει μία ανθρωπολογική μεταβολή η οποία τείνει προς την εξαφάνιση του υποκειμένου, έτσι, όπως, αυτό υπήρξε από τον Descartes και μετά.
 Αν λάβουμε υπόψη μας  τις κινήσεις που επισυμβαίνουν σε όλους τους επί μέρους τομείς της σχέσης του υποκειμένου με την εξουσία, τότε, θα παρατηρήσουμε την ανάδυση ενός  παγκόσμιου, με άμορφη μορφή, Άλλου, του επονομαζόμενου Αγορά, του οποίου η επίπτωση στη σχέση του με το υποκείμενο θα επιφέρει την ανθρωπολογική έκπτωση του υποκειμένου σε ‘άτομο’, το οποίο, στη χώρα του ‘πράγματος’, θα διχάζεται μεταξύ της εντολής ‘κατανάλωσε’ και ‘ενοχοποιήσου’.
 Αυτή η εκπτωτική παλινδρόμηση δεν οδηγεί διόλου σε συνάντηση  με έναν Άλλο, σε μία κάποια εποχή, σε μία προκαρτεσιανή περίοδο, όπως, τουλάχιστον, ήταν κάποτε ο Θεός, αλλά σε μία μη-συνάντηση με το αποπροσωποποιημένο πρόσωπο της Αγοράς και την μετατροπή του υποκειμένου σε υπήκοο μηχανικών αιτημάτων, παιδικών αναγκών και έτοιμων επιθυμιών. Τα οποία, με απόλυτα σοβαροφανή τρόπο θα παρουσιάζονται από τους εικονικούς πολιτικούς εκπροσώπους της Αγοράς και τους διαχειριστές του οπτικού πολιτισμού, ως οικεία τηλεοπτική εικόνα –«μία doxa», θα το αποκαλούσε ο Bourdieu, «μία συγκάλυψη της αυθαιρεσίας μέσω συμβολικών αναπαραστάσεων που κάνουν τον κόσμο να υπάρχει»- κάθε ώρα και στιγμή μέσα στο ίδιο μας το σπίτι: ένα σημαίνον στην υπηρεσία του ‘πραγματικού’.
Ως οικεία τηλεοπτική εικόνα, η οποία θα προτρέπει-συνεπικουρούμενη από μία διαρκή «Κατάσταση εξαίρεσης» (Agamben), για το ομαδικό ‘καλό’ - προς το τέλος της ιστορίας του υποκειμένου, το οποίο, θα καλείται να απαντήσει ταυτιζόμενο με την απάντηση που ο απρόσωπος Άλλος της Αγοράς έχει, ήδη, δώσει στο ψευδοδίλημμα που έχει θέσει ο ίδιος: εκδίωξη του ψυχωτικού τρόμου της διάλυσης του σώματος, τρόμου σκόπιμα και έντεχνα αναδυομένου και που η προσφερόμενη ασφάλεια αποτρέπει ή παραίτηση από το Λόγο και την προσωπική επιθυμία η οποία, ούτως ή άλλως, είναι περιττή αφού, υπάρχει προσφορά έτοιμων επιθυμιών- pret a porter- η οποία, μάλιστα, ανταποκρίνεται στα κυρίαρχα σημαίνοντα;       
 Εκείνο που οφείλει να προσεχθεί, ιδιαίτερα, είναι ότι, αυτή η αναφερόμενη επιδίωξη του ομαδικού ‘καλού’, δεν είναι ένα ψέμα για την διεκπεραίωση στόχων υπεραξίας και υπεραπόλαυσης. Σίγουρα, είναι και αυτό. Αλλά, επί της ουσίας δεν υπάρχει επιδίωξη. Δεν υπάρχει καν στόχος -όπως, υπήρχε κάποτε, το κέρδος- υπεραξίας και υπεραπόλαυσης. Η αποπροσωποποιημένη Αγορά δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά πια, γιατί ο  έλεγχος είναι εκτός της φύσης της, όπως, ακριβώς, η φύση του ‘πραγματικού’. Η ανάδυση του ‘πράγματος’ είναι εκτός ελέγχου. Δεν μπορεί παρά να παράγει υπεραξία-υπεραπόλαυση.
Με επιτέλεσμα -χρησιμοποιώντας ένα οικονομικό όρο- να προκύπτει μία ‘φούσκα’ για τον σύνολο τρόπο ζωής: τεχνητές ανάγκες και επιβεβλημένες επιθυμίες σε ένα κόσμο, που επιζητά την ένταξη του ατόμου, καταργώντας το νόημα και το υποκείμενο ως υποκείμενο του σημαίνοντος-νοήματος της ζωής του. Το ίδιο το γεγονός της ζωής γίνεται μία ‘φούσκα’ που κανείς δεν βλέπει και ακόμη περισσότερο κανείς δεν θέλει να ‘ξεφουσκώσει’ για να μην αναφανεί ότι, η ζωή είναι χωρίς ζωή, ότι, ο Γενικός Δείκτης υπαρκτικού νοήματος και επιθυμίας είναι στο Μηδέν. Αντίθετα, η ‘φούσκα’ πρέπει συνεχώς να μεγαλώνει γιατί, έτσι, φαντασιακά, αποτρέπεται ο κίνδυνος της έκρηξης αλλά, και γιατί δεν γίνεται διαφορετικά.
Η εξουσία, επισημαίνει η Butler, όχι μόνο δρα επί του υποκειμένου αλλά το θεσπίζει ως υπάρχον και η ‘στροφή προς το νόμο’, έλεγε ο Althusser, υπόσχεται μία ταυτότητα: «το υποκείμενο μπορεί να εξασφαλίσει την ύπαρξη του με τους όρους του νόμου και ο νόμος απαιτεί την καθυπόταξη ως αντάλλαγμα στην υποκειμενοποίηση. Τότε, «διαστροφικά, υποκύπτει κάποιος στο νόμο για να συνεχίσει να υπάρχει». «Μας διδάσκουν να είμαστε με ένα συγκεκριμένο τρόπο, στοχεύοντας, κατ’ ευθείαν, επί του σώματος», θα ‘λεγε ο Foucault, «γιατί εκείνος που κυριαρχεί στις σχέσεις αυτές ελέγχει και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ορίζεται η ‘γνώση’ και η ‘αλήθεια’, άρα, και η πραγματικότητα». Και υπογραμμίζει: «η ψυχή που κατοικεί  στο υποκείμενο είναι μέρος του ελέγχου που ασκεί η εξουσία. Η ψυχή γίνεται η φυλακή του σώματος: αποδέχομαι ακόμη και τους όρους που με προσβάλλουν επειδή με συγκροτούν κοινωνικά δίνοντας μου ύπαρξη».  
 Να επιλέγουμε, λοιπόν, απελπισμένα, να συνεχιστεί το μεγάλωμα της ‘φούσκας’ γιατί αυτό είναι το νόημα της ζωής. Ένα ‘σύνδρομο της Στοκχόλμης’, μία συναινετική παράδοση άνευ όρων, όπου «το πιο φριχτό ναυάγιο» λέει ο ποιητής «θα ήταν να σωθούμε».
 Η επιθυμία και η δυνατότητα επιλογής, έτσι, γίνεται υποσημείωση σε ένα κείμενο που μας διαφεύγει διαρκώς και το υποκείμενο, το υστερόγραφο μίας επιστολής χωρίς παραλήπτη.

 Ο κίνδυνος ελλοχεύει, παίρνει το λόγο η Arendt, να γίνουμε κάτοικοι της Ερήμου και να αισθανόμαστε σαν στο σπίτι μας. Και καταγγέλλει: «η σύγχρονη ψυχολογία μας βοηθάει να ‘προσαρμοστούμε’ στις συνθήκες αυτές στερώντας μας την τελευταία ελπίδα, δηλαδή, ότι, είμαστε σε θέση να μεταμορφώσουμε την έρημο σε ανθρώπινο κόσμο».
 Πράγματι, σκεφτείτε το ρόλο των ειδικών αυτή την περίοδο της ‘κρίσης’, πόσες συμβουλές, πόσες νουθεσίες προσφέρουν από τις σελίδες του τύπου, που απλόχερα προσφέρει φιλοξενία και υπηρεσίες στις κυβερνήσεις της Ερήμου, για να αντέξει-προσαρμοστεί το υποκείμενο στην κατάσταση μόνιμης-εκτάκτου ανάγκης. «Είναι, αλήθεια», συνεχίζει η Arendt, «ότι, όταν είμαστε ενταγμένοι σε διαδικασίες διευθέτησης χάνουμε την ικανότητα να υποφέρουμε, αλλά, και το θάρρος να γίνουμε ενεργά όντα. Πολύ πιο συνήθης είναι ο αντίστροφος κίνδυνος, η τάση φυγής, από τον κόσμο της ερήμου, της πολιτικής, να καταφεύγει κανείς σε …κάτι, σε οτιδήποτε». Και επισημαίνει: «ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ότι, στην έρημο υπάρχουν αμμοθύελλες: τα ολοκληρωτικά καθεστώτα που είναι πολύ καλά προσαρμοσμένα στις συνθήκες της ερήμου». Αν και ο μεγαλύτερος κίνδυνος, θα ‘λεγε ο Λειβαδίτης, είναι το να γίνεις  η έρημος, εσύ.

Και, ενώ ο Montesquieu μας υπενθυμίζει ότι, οι νόμοι δεν μας λένε τι πρέπει να κάνουμε αλλά, τι δεν πρέπει, τούτοι ‘δω, οι διαδοχικές κυβερνήσεις της Ερήμου μας λένε διαρκώς τι να κάνουμε, πώς να σκεφτόμαστε,  ποιοί να είμαστε.
  Έχετε σκεφτεί ότι, η καμπάνια στο να πειστούμε ότι, οφείλουμε να είμαστε ευτυχισμένοι (success story) δεν είναι παρά μια άλλη εκδοχή του «χαμογέλα, ρε, τι σου συμβαίνει;» Έχετε σκεφτεί ότι, η αλλοίωση της σημασίας των λέξεων, η ύπουλη εγκατάσταση ενός άλλου σημαινόμενου σε αυτό που ανταποκρίνεται στο οικείο σημαίνον μάς κάνει να εννοούμε άλλα από αυτά που ακούμε, να υποτασσόμαστε εν αγνοία μας στο κυρίαρχο λόγο, να διαλύεται η συνοχή της σκέψης μας, να δυναμιτίζεται εκ θεμελίων η αντίληψη της πραγματικότητας -η πραγματικότητα είναι σκέψεις, δηλαδή, λέξεις- να εκχερσώνεται η γλώσσα μας, να εξαρθρωνόμαστε εμείς ως υποκείμενα του Λόγου; Έχετε σκεφτεί ότι, υφιστάμεθα την αλλοτρίωση μας και την κατάργηση μας ως υποκείμενα επιθυμίας και Λόγου μέσα στο ίδιο μας το σπίτι που είναι η γλώσσα μας; Ότι μας σβήνουν τον λόγο από τον Ηράκλειτο ως τον Ελύτη, ότι μας σβήνουν ως Λόγο;  Γιατί, από πού αλλού θα περνούσε η καθυπόταξη μας παρά από τη σκέψη μας, παρά από τις λέξεις; Τι άλλο είναι ένας πολιτικός από μια εικόνα που οφείλει να αρέσει και που μ’ ένα σοβαροφανή παιδικό λόγο υπονομεύει το Λόγο;
Η καταπολέμηση των διαφωνούντων, εκ μέρους της πολιτικής εκπροσώπησης της Αγοράς, δεν είναι παρά ένα ‘acting out’, ισοδύναμο του σχιζοφρενικού, όταν προκύπτει θέμα απειλής ή αγωνίας της απόλαυσης, όταν, δηλαδή, προκύπτει θέμα υποψίας αμφισβήτησης της οικονομίας της Αγοράς. Μήπως, η ίδια η Αγορά επιζητά, πια, ένα σημαίνον; «Μήπως να ξεσκεπάσουμε τους ανθρώπους, να μην τους αφήσουμε να κοιμούνται στα κουρέλια των επιθυμιών τους»;
       Γι’ αυτό, θα ‘λεγε ο Foucault, στόχος δεν είναι σήμερα να ανακαλύψουμε ποιοι είμαστε αλλά να αρνηθούμε αυτό που είμαστε.
  Και ο Attali επισημαίνει ότι,  «η πολιτική οικονομία του μη-νοήματος έχει εδραιωθεί. Χωρίς άνθρωπο και χωρίς εμπόρευμα».  Πρόκειται για μια εποχή που ο θάνατος είναι πανταχού παρών «τόσο παρών που απαιτεί, αν κανείς δεν τον αποδέχεται, μια εξέγερση χωρίς χρονοτριβή».
 Έτσι, αυτό που έχει σημασία, λέει ο Λειβαδίτης, δεν είναι το να κάνουμε την επανάσταση «αλλά, να την κάνουμε την επόμενη Πέμπτη».

Έχω την εντύπωση ότι, το ερώτημα δεν είναι τί να επιλέξω.
Το ερώτημα, στο δίλλημα του Camus, είναι: ‘τί θα επιλέξουμε’.

 

                                                                                                                         Φώτης Καγγελάρης
                                                                                                                        Πρόεδρος της ΕΜΠΕ

 

 

Για οποιαδήποτε πληροφορία, πρόθεση συμμετοχής ή εκδήλωση ενδιαφέροντος

μπορείτε να επικοινωνείτε στο e-mail Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

 


Γραφικά - design

Γιώργος Μαχιάς

 

Φωτογράφιση Εκδήλωσης

Χριστίνα Βαμβακά, Ερμίνα Δημητρίου, Δανάη Ίσαρη, Νίκος Καπράλος, Κατερίνα Κούρου

 

Facebook

Αλέξανδρος Πολίτης


Blog

Ναταλία Σταμοπούλου


Σχεδιασμός-Επιμέλεια καταλόγου

Ναταλία Σταμοπούλου

 

Οργάνωση - Επιμέλεια Εκδήλωσης

Φώτης Καγγελάρης

 

 

Εταιρεία Μελέτης Πολιτισμικής Ετερότητας (Ε.Μ.Π.Ε.)

The Society of Studies of Cultural Alterity

site: www.empealterity.com

blog: www.empe-alterity.blogspot.com

facebook: www.facebook.com/empe.alterity.allos

e-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

blank page | έντυπη και ηλεκτρονική επικοινωνία