Τρίτη 12 Μαΐου 2009

Πνευματικό Κέντρο Δήμου Αθηναίων

 

Αμφιθέατρο Α.Τρίτση, Ακαδημίας 50

 

Πρωϊνή Συνεδρία

 

10.00-10.30 ο Ταξίδι ως Αίνιγμα'
Φώτης Καγγελάρης, Διδάκτωρ Ψυχοπαθολογίας

 

10.30-11.00 'Το Ταξίδι ως Φωτογραφία'
Κωστής Αντωνιάδης, Καθηγητής Τ.Ε.Ι. Αθήνας

 

11.00-11.30 'Άγιον Όρος 1845 - Το πρώτο φωτογραφικό ταξίδι. Σκοπός και επιδιώξεις με όχημα το (νέο) μέσο της φωτογραφίας'
Τάκης Τζίμας, Επίκουρος Καθηγητής Φωτογραφίας, Εκδότης περιοδικού Φωτογράφος

 

11.30-12.00 'Άρρωστος σε ταξίδι. Σκέψεις πάνω στο ταξίδι και προσωπικές εμπειρίες περιπλάνησης με καμβά τη ζωή και το έργο του ποιητή Μπασό'
Παναγιώτης Ευαγγελίδης, Συγγραφέας, Μεταφραστής

 

12.00-12.30 'Το παλίμψηστο μιας γνωριμίας: ταξίδι στην ποίηση της αμερικανίδας H. D.'
Λιάνα Σακελλίου, Καθηγήτρια Αμερικανικής Λογοτεχνίας και Δημιουργικής Γραφής Πανεπιστημίου Αθήνας

 

12.30-13.00 'Ταξίδι και Στάσις σε κείμενα του Ευγένιου Ο' Νήλ'
Άσπα Τομπούλη, Σκηνοθέτις, Θεατρολόγος - Tμήμα Θεατρικών Σπουδών Πανεπιστημίου Πελοποννήσου

 

13.00-13.30 'Ταξίδι στην άκρη της τέχνης'
Τάσος Παπαναστασίου, Ηθοποιός

 


Απογευματινή Συνεδρία

 

17.00-17.30 'Ριζικός εξωτισμός'
Θανάσης Μουτσόπουλος, Ιστορικός Τέχνης

 

17.30-18.00 'Θέλω να φύγω με τα παιδιά του πλοιάρχου Γκραντ'
Άγγελος Σκούρτης, Εικαστικός

 

18.00-18.30 'Το ταξίδι του Οδυσσέα μέσα στη νεωτερικότητα'
Στέφανος Ροζάνης, Διδάσκων - Tμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού Παντείου Πανεπιστημίου

 

18.30-19.00 'Το ταξίδι που δεν τελείωσε: Βίλχελμ Μάιστερ'
Θεόδωρος Γεωργίου, Διδάκτωρ Φιλοσοφίας

 

19.00-19.30 'Να ταξιδεύει κανείς ή να μην ταξιδεύει;'
Γιώργος Βέης, Ποιητής

 

19.30-20.00 'Το Ταξίδι χωρίς γυρισμό'
Νάνος Βαλαωρίτης, Ποιητής, Συγγραφέας, Ομότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου Σαν Φραντσίσκο

 

20.00-20.30 'Ταξίδι και Περιπλάνηση στον κινηματογραφικό χωροχρόνο'
Ανδρέας Παγουλάτος, Ιστορικός Κινηματογράφου

 

20.30-21.00 'Με συνοδηγό τον Κέρουακ'
Μάνος Καραμολέγκος, Μουσικός

 

 

Εισηγήσεις


Κωστής Αντωνιάδης
'Το Ταξίδι ως Φωτογραφία'

Όταν ταξιδεύω δεν διαβάζω ποτέ τουριστικούς οδηγούς και δεν παίρνω μαζί μου χάρτες. Aκολουθώ τις πινακίδες των δρόμων και αποφασίζω ανάλογα με τις χιλιομετρικές ενδείξεις και την απόσταση που επιθυμώ να καλύψω. Κατευθύνομαι από τις λέξεις που μου προτείνουν κάποια παλαιά, νέα, άνω ή κάτω περιοχή. Eμπιστεύομαι τα μικρά σύμβολα που δείχνουν την κατεύθυνση μιας παραλίας, μιας παλιάς γέφυρας ή ενός αρχαίου μνημείου. Διασχίζω τοποθεσίες που μου είναι τελείως άγνωστες, χωρίς καθόλου εικόνες. Ακούω τις ιστορίες που λένε οι κάτοικοι της περιοχής, σημειώνω πρόχειρα σε ένα χαρτί το σημείο που βρίσκομαι και φωτογραφίζω με μια μικρή φωτογραφική μηχανή για να αποτυπώσω το υψόμετρο, τη βλάστηση, την διαμόρφωση του εδάφους, τα κτίσματα της περιοχής. Αν θέλω να θυμάμαι κάποιο χώρο σκύβω στο σημείο που στέκομαι και μαζεύω μια πέτρα, ένα κλαδί, οτιδήποτε βρεθεί δίπλα μου. Έτσι φτιάχνω τους δικούς μου χάρτες: με χιλιομετρικές αποστάσεις από την τάδε πόλη προς την τάδε κατεύθυνση, με φωτογραφίες τυπωμένες εξ’επαφής, με αφηγήσεις και με ενθύμια. Κι’όταν ταξιδεύω με αυτό το τρόπο με παρακινεί πάντοτε η προσδοκία πως πίσω από αυτή τη βουνοκορφή ή εκείνη τη συστάδα των δέντρων θα αντικρίσω κάτι που όμοιό του δεν θα έχω ξαναδεί. Οι χάρτες μου αντικαθιστούν τις τυπικές φωτογραφικές απεικονίσεις τοποθεσιών με τις οποίες επιχειρεί κανείς να καταγράψει διαδρομές, εντυπώσεις, εμπειρίες, και αναμνήσεις. Υποδηλώνουν την παραδοχή πως τελικά είναι αδύνατο να φωτογραφήσει κανείς ένα τοπίο που όμοιό του δεν θα έχει ξαναδεί. Στο ταξίδι όπως και στη φωτογραφία η ίδια μάταιη προσδοκία.

 

Γιώργος Βέης
'Να ταξιδεύει κανείς ή να μην ταξιδεύει;'

Οι συνταξιδιώτες μας, για να ακουστούν καλύτερα, θέλουν αυτή τη φορά να τους δανείσουμε ολόκληρη την ακοή μας. Ας σκύψουμε για λίγο στο παρελθόν, αλλά και στο μόλις χθες, με τον τρόπο που τα παιδιά μαζεύουν κογχύλια ή βότσαλα. Το ταξίδι έχει ήδη αρχίσει: ο Αρθούρος Σοπενχάουερ, ο «διαυγής και παθιασμένος», όπως συχνά τον αποκαλεί ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες, ανήκει στους στοχαστές εκείνους, οι οποίοι, μεταξύ άλλων, διείδαν την εγγενή αμφιθυμία, η οποία διακρίνει σταθερά τη σχέση χώρου - χρόνου και στο πλαίσιο των ταξιδιωτικών εντυπώσεων. Το ταξίδι μας ανοίγει έναν άλλο δρόμο, πέρα από οτιδήποτε άλλο ενδέχεται να σημαίνει - είναι η βασιλική οδός μιας οριακής, ασφαλώς συγκινησιακής αυτογνωσίας. Παραθέτω τη σχετική απόφανση: «Πιστεύουμε ότι νοσταλγούμε ένα μακρινό τόπο, ενώ στην πραγματικότητα νοσταλγούμε μόνον τον χρόνο που ζήσαμε εκεί, τότε που ήμασταν πιο νέοι και πιο φρέσκοι. Έτσι λοιπόν μας ξεγελάει ο χρόνος: φορώντας τη μάσκα του χώρου. Αν ταξιδέψουμε ως εκεί, θα συνειδητοποιήσουμε την πλάνη μας.» (Βλ. Σοπενχάουερ, Επιλογή από το έργο του, μετάφραση: Ν. Σκουτερόπουλος - Κλ. Μπέτσεν, εκδόσεις στιγμή, 1996).

Αν γυρίσουμε για λίγο στα δικά μας μέρη, ας πούμε είκοσι έξι αιώνες πριν, θα ανιχνεύσουμε στην κατ΄ εξοχήν παράδοξη απόφανση του Ζήνωνα του Ελεάτη την αγωνία του όντος να ανακαλύψει, να διεισδύσει και να ιδιοποιηθεί, έστω πρόσκαιρα, τον πολυπόθητο Τόπο. Όσο κι αν μας ξενίζει στο πρώτο άκουσμά της, η φράση εμπεριέχει την τραγωδία της ου-τοπίας. Παραθέτω: «Αν υπάρχει ο τόπος, θα είναι μέσα σε κάτι· γιατί κάθε ον είναι μέσα σε κάτι· και το να είναι μέσα σε κάτι, είναι να είναι και μέσα σε τόπο. Άρα και ο τόπος θα είναι μέσα σε τόπο, και τούτο επ' άπειρον· άρα δεν υπάρχει ο τόπος.» (Βλ. Προσωκρατικοί, επιλεγμένα αποσπάσματα-μετάφραση-εισαγωγικό σημείωμα: Ευάγγελος Ν. Ρούσσος, Κατάλογος 22, εκδόσεις στιγμή, 2000.) Αλλά μήπως και στον αφορισμό της Πρώτης ελεγείας του Ντουίνο ο Ρίλκε δεν διατυπώνει κάτι ανάλογο; Στην περιώνυμη άρνηση «Denn Bleiden ist nirgends» δεν υπεισέρχεται κατ΄ ανάγκην και η προοπτική της ματαιότητας όλων των ταξιδιών;


Θεόδωρος Γεωργίου
'Το Ταξίδι που δεν τελείωσε: Wilhelm Meister'

Ο λογοτεχνικός ήρωας Wilhelm Meister του Goethe αντιπροσωπεύει την αρχέτυπη μορφή του ταξιδιώτη στην νεώτερη αστική κοινωνία. Αισθάνεται, σκέφτεται και ωριμάζει σε αντιπαράθεση προς τις ρωγμές και τα χάσματα μιας κοινωνίας που αναδύεται από τα ερείπια του παραδοσιακού κόσμου.
Ο Wilhelm Meister ταξιδεύει και μαζί του οργανώνεται μια ολόκληρη περιήγηση στον ανθρώπινο κόσμο και στην ανθρώπινη κατάσταση (Arendt). Το ταξίδι του Wilhelm Meister εκτυλίσσεται σε τρία επίπεδα: κατά σειρά στο ερμηνευτικό, το πραγματολογικό και το εκπαιδευτικό. Στο ερμηνευτικό καθίσταται σαφές ότι ο ήρωας ακολουθεί μια ανθρώπινη διαδρομή για την οποία στήνεται ο μηχανισμός του αυτοστοχασμού ως μίτος της. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι και ο Hegel στη "Φαινομενολογία του πνεύματος" ( 1807 ) θέτει ως πρώτιστη αρχή δημιουργίας του κόσμου τον αυτοστοχασμό του ανθρώπου.
Όσον αφορά στο πραματολογικό επίπεδο η επίγνωση ότι το ταξίδι δεν τελειώνει ποτέ αυτό συνιστά μια ανθρωπολογική δυναμική από την εποχή της ύστερης νεωτερικότητας. Το ταξίδι που δεν τελειώνει αποτελεί συγκροτησιακό στοιχείο της "ανθρώπινης καταστάσεως".
Τέλος σχετικά με την εκπαιδευτική διάσταση του ταξιδιού, θα πρέπει να τονισθεί ότι εξ ορισμού το ταξίδι αποτελεί μια μορφωτική και παιδευτική ανθρώπινη δραστηριότητα. Μοιάζει σ΄αυτό το σημείο με ό,τι και ο Wittgenstein ονομάζει φιλοσοφία. Με άλλα λόγια αποτελεί άσκηση στη ζωή. Στη βαθύτερη, ανώτερη και δημιουργική ζωή.
Κοντολογίς, το ταξίδι ως ανθρώπινη δραστηριότητα δεν τελειώνει ποτέ, ενσωματώνει τη δυναμική του αυτοστοχασμού και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για έναν ορθολογικότερο κόσμο, για μια καλύτερη πραγματικότητα.


Παναγιώτης Ευαγγελίδης
'Άρρωστος σε ταξίδι. Σκέψεις πάνω στο ταξίδι και προσωπικές εμπειρίες περιπλάνησης με καμβά τη ζωή και το έργο του ποιητή Μπασό'

«Μήνες και μέρες είναι οι οδοιπόροι εκατό γενεών, τα χρόνια που έρχονται και φεύγουν είναι κι αυτά στρατοκόποι. Για κείνους που αφήνουν την ζωή τους να κυλάει πάνω σε πλοία, ή που γερνάνε σέρνοντας άλογα απ το χαλινάρι, κάθε μέρα είναι ταξίδι, σπίτι όπου τους πάει ο δρόμος. Πολλοί απ τους παλιούς πέθαναν σε ταξίδι, κι εγώ όμως πόσα χρόνια, στη θέα και μόνο ενός σύννεφου, έρμαιο του ανέμου, είμαι ανίκανος να σταματήσω τις σκέψεις περιπλάνησης.
Πέρασα την περσινή χρονιά σε πηγαινέλα στις ακτές και το φθινόπωρο μάζεψα ιστούς αράχνης απ την καλύβα μου στο ποτάμι. Σιγά σιγά ο χρόνος πήρε να τελειώνει, και μ έναν ουρανό θολό από ανοιξιάτικες ομίχλες μου ήρθαν σκέψεις να περάσω το Φράγμα της Σιρακάουα. Δαιμονισμένος από πνεύματα περιπλάνησης το λογικό μου σάλεψε και δελεασμένος απ τους προστάτες θεούς του Δρόμου, ανίκανος να γράψω μια γραμμή, μπάλωσα τις τρύπες στο παντελόνι μου, άλλαξα κορδόνι στο καπέλο, έκαψα μόξα στις κνήμες και με το φεγγάρι της Ματσουσίμα ν ανατέλει στο μυαλό μου πούλησα την καλύβα μου και μετακόμισα στην βίλλα Σάνπου μέχρι ν αρχίσω το ταξίδι. Πριν φύγω κρέμασα ένα ποίημα σ ένα δοκάρι της καλύβας».

Ματσούο Μπασό: «Ο στενός δρόμος για το Όκου»
Φτάνοντας στο τέλος του απογεύματος, και βλέποντας το φως ν αδυνατίζει, χωρίς ν ανοίξω την βαλίτσα, τραβάω βιαστικά τον σύντροφο του ταξιδιού και διασχίζουμε τον δρόμο που μας χωρίζει απ την Μπαρκόρ. Μερικά βήματα και ήμαστε κιόλας σ αυτό που έχουμε δει τόσες φορές σε φωτογραφίες και κινούμενη εικόνα. Καμμια δεκαριά θιβετιανοί μοναχοί καθισμένοι στην σειρά στον δρόμο ψέλνουν και ζητιανεύουν. Ένας ψαλμός χαμηλόφωνος με ελαφριά κλίση των σωμάτων προς τα εμπρός. Κι αμέσως, χωρίς προκαταρκτικά, χωρίς να προλάβω να σκεφτώ τίποτα, τα δάκρυα ξεπηδάνε απ τα μάτια μου χωρίς σπασμό, μια ταραχή στριφογυρνάει σαν δεύτερος εαυτός, ραγίζω, η διαχωριστική γραμμή με τα πράγματα καταργείται για μερικά δευτερόλεπτα. Μετά αρχίζω να ερμηνεύω:
Η ευαίσθητη ψυχή μου;
Μια συγγένεια τραυματική;
Οι συνειρμοί ενός ξεριζωμού και μίας οδύνης;
Κρύβω το πρόσωπο με τις παλάμες και πίσω από τα γυαλιά του ηλίου –ο άνθρωπος θυσιάζει ακόμα και την ζωή του στην εικόνα του, έχει πει ο Νίτσε- ο σύντροφός μου με τραβάει παρακάτω αμήχανος, πριν προλάβω όμως να στεγνώσω άλλες εικόνες διαδέχονται η μία την άλλη στον δρόμο, καινούργιοι σπασμοί, νέα δάκρυα.
Ένα απόγευμα αγοράζω την μπλούζα των ονείρων μου, ένα προφυρό σκούρο που δεν ήξερα καν ότι υπάρχει, είναι στενή, για να την φοράω δεν πρέπει ποτέ να παχύνω ούτε ένα γραμμάριο. Μήπως μαζέψει στο πλύσιμο; Να μην την πλύνω ποτέ.
Για μέρες δε θα κοιμηθώ καθόλου. Θα κλαίω κάμποσες φορές μέσα στην μέρα, το κεφάλι μου θα είναι σε μόνιμη ζαλάδα. Η αρρώστεια του ύψους.
«…Ο Σόρα, ο σύντροφός μου στο ταξίδι, που είχε αρχίσει να υποφέρει από το στομάχι του, ξεκίνησε πριν από μένα για την Ναγκάσιμα στην επαρχία του Ίσε, όπου έχει συγγενείς. Φεύγοντας μου άφησε αυτούς τους στίχους:
Παίρνω το δρόμο
Κι αν είναι να πέσω
Ας είναι σ ένα κάμπο με τριφύλι»
(από το ίδιο)

Η ολλανδέζα πατρόνα του ρεστοράν Ντούνια είπε ότι πολλοί κλαίνε άμα τη αφίξει. Sometimes the altitude does that. Όχι όλοι, μόνο οι ήδη χτυπημένοι από κάποια πτώση, από πολύ ψηλά, σκέφτομαι εγώ, περιμένοντας να έρθει η γαλλική κρεμμυδόσουπα από το μαγειρείο. Αυτοί που αναγνωρίζουν ξαφνικά το ύψος, τον χαμένο παράδεισο, την συγγένεια των πληγών. Μου χρεώνει 15 γιουάν το πιάτο και το κουτάλι. Γαλλική κρεμμυδόσουπα για τον φίλο που είναι αδιάθετος στο δωμάτιο με 38 πυρετό, μια ψύξη από το ξαφνικό χιόνι στα τεσσερισήμισυ χιλιάδες μέτρα του Γκάντεν.
Πρέπει να βρω καλύτερο κατάλυμμα για τον άρρωστό μου, απ αυτό το πολύ σπαρτιάτικο θιβετιανικό πανδοχείο.Το όνομα του υπαλλήλου που μου δείχνει ένα υποψήφιο δωμάτιο σε ένα κινέζικο ξενοδοχείο είναι Πούπου.
«Τι θα πει;»
«Τρεχούμενο νερό, που κατεβαίνει ορμητικό από τα βουνά».


Φώτης Καγγελάρης
'Το Ταξίδι ως Αίνιγμα'

Όσο περισσότερο ταξιδεύω τόσο λιγότερο καταλαβαίνω το γιατί, τόσο λιγότερο μπορώ να μιλώ για το ταξίδι. Όταν ήμουν πιο νέος νόμιζα πως ήξερα: να γνωρίσω νέους τόπους, ανθρώπους, να έχω μια σφαιρική θεώρηση του κόσμου κλπ. Τότε ακόμη μου ήταν πιο εύκολο να μιλώ για ένα ταξίδι και στην κλασσική ερώτηση των αταξίδευτων: «πώς ήταν; πώς πέρασες;» δεν απέφευγα να γίνομαι βαρετός με τις ταξιδιωτικές μου αφηγήσεις, όπως θα’ λεγε ο Μ. Ντεμπυρό.
........................................
Όμως, αν δεν υπάρχει το «Πέραν των Συνόρων», το «Αλλού», υπάρχει η δραπέτευση προς αυτό, το να χαθούμε, δηλαδή ν΄ αλλάξουμε ταυτότητα και ρόλο, να γίνουμε ο Άλλος της Ετερότητας του ίδιου μας του εαυτού. Ας θυμηθούμε ως απόλυτο παράδειγμα την Μαρίζ Σουασί, που την δεκαετία του ’20, άλλαξε φύλο για να μπορέσει να ταξιδέψει στο Αγ. Όρος. Ή σαν σχετικό παράδειγμα, το πώς ντύνονται οι άνθρωποι στις διακοπές τους.
........................................
Υπάρχει ένας φόβος και μια γοητεία όταν ξεκινά κανείς να ταξιδέψει. Πάει για να βρει, να συναντήσει έναν εαυτό, έτσι όπως δεν μπορεί να τον έχει στο «εδώ». Ένας φόβος, μήπως τελικά δεν επιστρέψει ή επιστρέψει αμετάκλητα κι ανεπιθύμητα Άλλος απ΄αυτό που ήταν πριν ταξιδέψει. Κατά βάθος το ταξίδι υπακούει στην λογική του ύπνου: δεν κοιμάται κάποιος αν δεν είναι σίγουρος ότι θα ξυπνήσει, ότι δεν θα μεταμορφωθεί στη διάρκεια του ύπνου του, ότι δεν θα φοβηθεί στα όνειρά του. Μα και ταυτόχρονα μια γοητεία, η αποπλάνηση που λέγαμε, να ονειρευτεί, μια γοητεία από τον ίδιο τον φόβο αφού αυτός ο φόβος υπόσχεται με το πέρασμα των συνόρων μιας χώρας, το πέρασμα των συνόρων για το «Αλλού».


Θανάσης Μουτσόπουλος
'Φυγή
Τουρισμός, Διακοπές και Επαφές με το Ξένο'

Στα παλιά επεισόδια της τηλεοπτικής σειράς Σταρ Tρεκ, οι ήρωες, χάρη σε μια ειδική συσκευή, εξαερώνονταν και τηλεμεταφέρονταν σε άλλη χωρική διάσταση. Hσυχάστε! Παρά τις εξελίξεις, αυτό παραμένει ακόμη επιστημονική φαντασία. Όμως είναι περίεργο: Για να φύγουμε από τις πόλεις όπου ζούμε, παίρνουμε το αυτοκίνητο μας και φθάνουμε στο αεροδρόμιο. Παρκάρουμε, και μετά από λίγο βρισκόμαστε πάνω από τα σύννεφα. Kαι μετά από λίγο ακόμη έχουμε φθάσει στον προορισμό μας, ο οποίος μπορεί να βρίσκεται στο άλλο άκρο του πλανήτη. Kαι μετά από μια μέρα επιστρέφουμε στο ίδιο σημείο, ξαναβρίσκουμε το αυτοκίνητο μας και γυρίζουμε σπίτι. Στην αεροπορική διαδρομή από την πόλη μας μέχρι τον προορισμό μας δεν είδαμε τίποτα (εκτός από τις ταινίες που μπορεί να πρόβαλλαν στο αεροπλάνο), ούτε ήρθαμε σε επαφή με τους ενδιάμεσους τόπους και το φυσικό τοπίο. Mπήκαμε στην Aθήνα και βγήκαμε στην κεντρική Aφρική ή στο Tόκυο ή σε ένα τροπικό νησί. Xωρίς καμία μεταβατική κατάσταση. Όμως ο χρόνος που δαπανάται κατά το ταξίδι θεωρείται από την ωφελιμιστική δομή της κοινωνίας μας μη παραγωγικός. Έτσι αυτός οφείλει, αφενός, να μειώνεται όσο είναι δυνατόν, και, αφετέρου, να αξιοποιείται και ο ίδιος προς όφελος της εργασίας. Φαξ-μόντεμ θα είναι σύντομα διαθέσιμα σε όλα τα αεροδρόμια, ενώ ήδη η ίδια υπηρεσία εφαρμόζεται μέσω του κινητού τηλεφώνου. Δεν υπάρχει καλύτερο μέρος για να συνειδητοποιήσει κανείς την ύπαρξη του Πλανητικού Xωριού για το οποίο μιλούσε ο McLuhan και το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης από ένα διεθνές αεροδρόμιο. Mέσα από τις μεταφορές, οι πόλεις μας έγιναν μεγαλύτερες από ότι είναι χωρικά. Tα αεροδρόμια της νέας εποχής πρέπει όχι μόνο να προσφέρουν τις απαραίτητες ανέσεις μιας ολοένα και αυξανόμενης ανάγκης για αεροπορικές μετακινήσεις, αλλά να υμνούν την αίσθηση της «Aναχώρησης» και της «Άφιξης». Tα Duty Free είναι πιθανόν τα νέα παγκάρια της θρησκείας των μεταφορών και οι λάμπες φθορισμού (νεκροτομείου) τα κεριά και οι πολυέλαιοι. O δε Έλεγχος Διαβατηρίων μοιάζει παραδόξως με το face control των μοδάτων νυxτερινών κέντρων. Kαι εδώ άλλωστε μπορεί να "φας πόρτα".


Τάσος Παπαναστασίου
'Ταξίδι στην άκρη της τέχνης'

. . . . . .Γιατί ταξίδι στην Τέχνη και μάλιστα στην άκρη της Τέχνης;
Είναι, ίσως, μια απάντηση το ποίημα του Κωνσταντίνου Καβάφη «Ζωγραφισμένα»;

Την εργασία μου την προσέχω και την αγαπώ
Μα της συνθέσεως μ’ αποθαρρύνει σήμερα η βραδύτης.
Η μέρα μ’ επηρέασε. Η μορφή της
Όλο καί σκοτεινιάζει. Όλο φυσά καί βρέχει.
Πιότερο επιθυμώ να δω παρά νά πω.
Στήν ζωγραφιάν αυτή κυττάζω τώρα

Ένα ωραίο αγόρι πού σιμά στή βρύσι
επλάγιασεν, αφού θ’ απέκαμε νά τρέχει.
Τι ωραίο παιδί. Τι θείο μεσημέρι το έχει
Παρμένο πια γιά να τό αποκοιμίσει.-
Κάθομαι και κυττάζω έτσι πολλήν ώρα.
Και μες στην τέχνη πάλι, ξεκουράζομαι απ’ την δούλεψή της.

Και μες την τέχνη πάλι, ξεκουράζομαι απ’ την δούλεψή της! Ως άνθρωπος της Τέχνης κι’ εγώ τολμώ να πω ότι συχνά αφήνομαι να ταξιδεύω σε άλλες μορφές Τέχνης, όταν κοπιάζω στην αναζήτηση ενός ρόλου, ή στις εικαστικές μου ενασχολήσεις, όταν ζωγραφίζω ή σχεδιάζω και κατασκευάζω ένα κόσμημα.
Μια επίσκεψη σε κάποιο μουσείο, ή γκαλερί, μπορεί να είναι μια όαση αναψυχής και ανάπαυλας που με χαλαρώνει από το άγχος της δημιουργίας. Κάθε δημιουργική προσπάθεια στην Τέχνη είναι συνήθως μια εγκυμοσύνη σε όλα της τα στάδια! Σύλληψη, κυοφορία, τοκετός με όλες τις εξάρσεις που βιώνει μια γυναίκα που εγκυμονεί. Είναι παράλληλα κι ‘ένα ΤΑΞΙΔΙ, που μπορεί να συνδυάζει ένα πλήθος από συγκινήσεις: αναψυχή, ψυχαγωγία, περιπέτεια, αγωνία, ανάταση, απογοητεύσεις, ευτυχία, γνωριμίες, ανακαλύψεις . . . .
Θεωρώ τη συμμετοχή μου στην γνωστή τηλεοπτική επιτυχία του 2004 – 2005 «Μη μου λες αντίο», ένα συναρπαστικό ταξίδι σ’ ένα φανταστικό καράβι όπου επιβιβαστήκαμε όλοι οι συντελεστές και γνωριστήκαμε μεταξύ μας, ως συνεπιβάτες. Έτσι βρίσκομαι τώρα εδώ, αφού σ’ αυτό το «ταξίδι», γνώρισα το συνάδελφο και φίλο Ηλία Πετροπουλέα και από αυτόν τον Φώτη Καγγελάρη, που διοργανώνει αυτό το συνέδριο . . .

 

Στέφανος Ροζάνης
'Το ταξίδι του Οδυσσέα μέσα στη νεωτερικότητα'

Το μοντερνικό ταξίδι της persona του Οδυσσέα δανείζεται τα νερά του από τη θάλασσα του Δάντη, του T.S.Eliot, του Ezra Pound και του James Joyce. Έτσι, η οδυσσεϊκή persona μεταλλάσσεται σε μιά συγκλονιστική περιπέτεια του σύγχρονου ανθρώπου σε πάθος γραφής ενός ξένου μέσα στον εαυτό του Οδυσσέα, σε πάθος περιπλάνησης μέσα στο άξενο τοπίο μιας αντιουτοπικής εποχής χωρίς επιστροφή στις καταγωγικές θάλασσες.


Λιάνα Σακελλίου
'Το παλίμψηστο μιας γνωριμίας: Ταξίδι στην ποίηση της αμερικανίδας H.D.'

Στη δεκαετία του Εβδομήντα, όταν ακόμη στεκόμουν κατάπληκτη και σιωπηλή μπροστά στην ύπαρξη και στην ποίηση και θεωρούσα ανερμήνευτη την ομορφιά τους, διάβασα κάποια ποιήματα της H.D. Καθαρές εικόνες πρόβαλαν μέσα από ένα λόγο ακριβή, λακωνικό, λυρικό, για να αναδημιουργήσουν την εμπειρία όταν εμπεριέχει την έντασή της και να την ερμηνεύσουν. Οι στίχοι επανέρχονταν στον τόπο του γυναικείου ψυχισμού: ο έρωτας και η έντασή του. Ο έρωτας αποσπασμένος από το αντικείμενό του—το κλασικό μοντέρνο θέμα. Ο έρωτας μέσα σε λιτά θαλασσινά τοπία αλλά και άγρια τοπία ανέμου και γης, να συμπλέκεται με αισθησιακά όστρακα, πολύτιμα πετράδια, εξωτικά άνθη, με ελληνικές θεότητες. Η H.D. χρησιμοποίησε τη μαγική ταύτιση με τα θηλυκά στοιχεία της φύσης για ν’ αποκαλύψει τις πηγές της καλλιτεχνικής δημιουργίας μιας ποιήτριας και για να σαγηνέψει έναν διχασμένο εαυτό που την υπνώτιζε.
Η H.D., η εικονίστρια, η Ελληνίδα ποιήτρια της αμερικανικής γραμματείας και μούσα των εικονιστών, ως δρυάδα μου αποκάλυψε τη διαύγεια εκείνου του κόσμου που ήταν και δικός μου σε μία πόλη υγρών εσωτερικών χώρων. Εκείνη μια Αμερικανίδα στο Λονδίνο, εγώ μια Ελληνίδα στο Λονδίνο, αιχμάλωτες κι οι δύο απ’ το ταξίδι, εκείνη να παιδεύεται με την απόδοση της ακρίβειας στο ελληνικό όραμά της, εγώ να χαρτογραφώ τις οδούς του Υπερβατισμού σε πουριτανικές κοινότητες της Αμερικής.
Η Αμερικανίδα ποιήτρια HILDA DOOLITTLE (1886-1961), που σεμνά υπέγραφε με το μονόγραμμα ΗD, υπήρξε μια από τις σημαντικότερες ποιήτριες του 20ου αιώνα. Ανήκε στην πρωτοποριακή ομάδα των εικονιστών, του ποιητικού κινήματος που ανέτρεψε την παράδοση των συμβολιστών του 19ου αιώνα. Το πρώτο μέρος της ζωής της, μέχρι την ηλικία των εικοσιτεσσάρων, η Hilda Doolittle το πέρασε στις Ηνωμένες Πολιτείες. Γεννημένη στις 10 Σεπτεμβρίου του 1886 σε μια μοραβιανή κοινότητα στη Βηθλεέμ της Πενσυλβάνια, η Hilda πρέπει να επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από την εκκλησία, καθώς η μητέρα της ήταν αναμεμειγμένη στην ηγεσία της.
Στα δέκα της χρόνια, η οικογένεια μετακομίζει στη Φιλαδέλφεια, όπου ο πατέρας της αναλαμβάνει θέση καθηγητή αστρονομίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια. Από τον κύκλο των συναναστροφών της κατά τα νεανικά της χρόνια, καθοριστική υπήρξε η γνωριμία της με τον Ezra Pound, ο οποίος θα σταθεί βαθιά επιρροή στην πνευματική της εξέλιξη, καθώς και έρωτας βασανιστικός. Το 1904 η H.D. αρχίζει να παρακολουθεί μαθήματα φιλολογίας στο κολέγιο Bryn Mawr, τα οποία όμως εγκαταλείπει το 1906 λόγω προβλημάτων υγείας, αλλά συνεχίζει να μελετά στο σπίτι και να γράφει. Η κατάσταση της Αμερικανικής ποίησης εκείνα τα χρόνια απασχολεί τις νέες ποιητικές παρέες και το θέμα που συζητιέται στη φοιτητική συντροφιά των Ezra Pound, William Carlos Williams και Hilda Doolittle είναι, από τη μια, η ανάγκη ανανέωσης της αμερικανικής ποίησης και από την άλλη, η έλλειψη εθνικών ποιητικών παραδειγμάτων στα οποία θα μπορούσαν να στραφούν. Διαφέρουν όμως στις απόψεις τους για το τι χρειάζεται να γίνει με την ποίηση: ο Williams πίστευε στη λύση της Αμερικανικής κληρονομιάς, της γηγενούς λαλιάς, ενώ ο Pound και η Doolittle είχαν τα μάτια εστραμμένα σε έναν οικουμενικό πολιτισμό. Τελικά το 1911, η Doolittle θα ακολουθήσει τους Pound και Eliot στο ταξίδι των Αμερικανών αυτοεξόριστων ποιητών στην Ευρώπη. Για το υπόλοιπο της ζωής της, θα παραμείνει κατά βάση αυτοεξόριστη, ένα άτομο σ’ ένα διαρκές ταξίδι.
Γράφει ακατάπαυστα και δημοσιεύει ποίηση και πρόζα, μεταφράζει Ευριπίδη και Έλληνες λυρικούς, κάνει ψυχαναλυτική θεραπεία με τον Freud, παίζει την Άστριντ στην ταινία «Όριο» (Borderline, 1930) του K. Macpherson και επιχειρεί τα μεγάλα ταξίδια της στην Ελλάδα και την Αίγυπτο (1920, 1922), ενώ παράλληλα μεγαλώνει την κόρη της, την Περντίτα. Μερικά από τα έργα που εμφανίζονται στις δεκαετίες αυτές (και προσέξτε τους ελληνικούς τίτλους) είναι: Υμέναιος (1912), Χορικά από την Ιφιγένεια εν Αυλίδι (1916), Ηλιοδώρα και άλλα Ποιήματα (1924), Παλίμψιστον (1926), Ηδύλος (1928), Άλικα τριαντάφυλλα για χαλκό (1931), Η Νεκρή Ιέρεια Μιλά (1930). Η γραφή της πασχίζει ν’ ανιχνεύσει έναν ορίζοντα γυναικείας ποιητικής ύπαρξης και να συγκροτήσει μια προσωπική φωνή Τα θέματά της απλώνονται και η ποιητική της ύφανση γίνεται πιο περίπλοκη. Οι συνδέσεις μιας εξελισσόμενης αυτοβιογράφησης με σχήματα ποιητικής μεταφορικότητας και αρχετυπικές εκφάνσεις είναι δύσκολο ν’ ανιχνευτούν. Ιδιαίτερη σημασία παρουσιάζει η έννοια του παλίμψηστου, της περγαμηνής δηλαδή που, με τις αλλεπάλληλες εγγραφές, αποτυπώσεις και σβησίματα που υποδηλώνει, μας βοηθά να αναπλάσουμε κατά την ανάγνωσή μας, αφενός την πυκνή νοηματική και κειμενική διαστρωμάτωση, αλλά και το ακαθόριστο της πολυσημίας της ποιητικής ύλης.
Στις δεκαετίες του ’40 και του ’50, με την Τριλογία και την Ελένη στην Αίγυπτο—τα μείζονα, κατά γενική ομολογία, έργα της—η HD αναπτύσσει έναν ώριμο ποιητικό στοχασμό πάνω στις συμβολικές δομές των ιδεολογιών του δυτικού πολιτισμού σχετικά με τα δύο φύλα και ανασκευάζει την αρχετυπική μορφή της γυναίκας ως ερωτικό αντικείμενο.
Αρκετά αργότερα, στη δεκαετία του ’90 σκοντάφτω στις μαγικές πέτρες, στα παλίμψηστα, στα ιερογλυφικά της Τριλογίας. Είναι όλα τυλιγμένα μ’ έναν φωτεινό κύκλο, ενώ το κέντρο τους παραμένει σκοτεινό. Με συνεπαίρνει η σιγουριά της H.D. στη χρήση της αρμονίας και του ρυθμού, το παιχνίδι των λέξεων μέσω του ήχου που με γυρίζει πίσω στις πηγές και πάλι μπροστά σ’ ένα παρόν πιο αντηχητικό, πιο πλούσιο σε δυνατότητες. Το γήινο παρόν, το άυλο παρελθόν, το ελληνικό και το αιγυπτιακό όραμα, είναι ένα ταξίδι το οποίο εύκολα μοιράζεται η H.D. μαζί μου.
Τη φαντάζομαι ν’ απαγγέλλει: εύθραυστη, ντροπαλή, πριγκιπική. Η ενάργεια φυσική και εύκολη. Το βλέμμα φωτεινό. Μια λεπτή δέσμη φωτός πέφτει στη μαύρη βελούδινη κορδέλα των μαλλιών της. Σκύβει ελάχιστα μπροστά καθώς αναπνέει τους στίχους της.
Στρέφει το κεφάλι και με κοιτά: «η μυθολογία είναι πραγματικότητα», μου λέει. Πώς να μπω στο μυστήριό της και να το βιώσω; Τη μεταφράζω. Η φωνή της με προσκαλεί:
Ελληνικό το άνθος? η έκσταση ελληνική
ανακτά για πάντα
Κάποια που πέθανε
ακολουθώντας
το χαμένο μέτρο πολύπλοκου άσματος.
Πριν από τον θάνατό της ομολογεί: «Νομίζω ότι κατάφερα να πάρω αυτό που έψαχνα από τη ζωή και την τέχνη», ενώ μια μέρα πριν πεθάνει, τον Σεπτέμβριο του 1961, κράτησε στα χέρια της το πρώτο αντίγραφο της Ελένης στην Αίγυπτο. Τριάντα οκτώ χρόνια αργότερα εκδίδουμε την μετάφραση της Τριλογίας της στη χώρα που ανήκαν γεωγραφικά τα όνειρά της.

 

Άγγελος Σκούρτης
'Θέλω να φύγω με τα παιδιά του πλοιάρχου Γκραντ'
Προσωπικές εμπειρίες - έρευνα, έργα - απο τον κόσμο των εφήβων.


Τάκης Τζίμας
'Άγιον Όρος 1848, το πρώτο φωτογραφικό ταξίδι. Σκοπός και επιδιώξεις με όχημα το (νέο) μέσο της φωτογραφίας'

Η οργάνωση ενός ταξιδιού τον 19ον αιώνα, σε μία εποχή που τα μέσα μεταφοράς ήταν σχεδόν ανύπαρκτα, απαιτούσε οικονομικά μέσα τα οποία μπορούσε να δικαιολογήσει μόνον ο σκοπός και η χρησιμότητα του ταξιδιού. Ένα τέτοιο, άγνωστο αλλά πολύ σημαντικό ταξίδι, πραγματοποίησε στο Άγιον Όρος το 1848 ο Ρώσος Perre de Sevastianoff επικεφαλής πολυμελούς ομάδας τεχνικών.
Το ταξίδι αυτό χρηματοδοτήθηκε από τον τσάρο της Ρωσίας και σκοπό είχε την αντιγραφή με τη μέθοδο της δαγγεροτυπίας -που είχε μόλις πριν εννέα χρόνια ανακοινωθεί στο ευρύ κοινό(1)- των σπάνιων χειρογράφων και ιερών κειμηλίων που φυλάσσονταν επί αιώνες στα μοναστήρια της Αθωνικής Πολιτείας.
Η (πρώτη) φωτογραφική εφημερίδα "La Lumiere" που εκδίδονταν στο Παρίσι περιγράφει ως εξής την αποστολή και το έργο που επιτέλεσε ο Pierre de Sevastianoff στο Άγιον Όρος(2): "….. Άγιον Όρος. Το ταξίδι του κ. de Sevastianoff. O αριθμός των κλισέ που πραγματοποίησε ο κ. Sevastianoff αριθμεί τις 4.500. Αφού ολοκλήρωσε την εξωτερική φωτογράφιση των αναρίθμητων μοναστηριών αυτής της ιδιότυπης νησίδας στην οποία πηγαίνει κανείς με τρομερές δυσκολίες, ο λαμπρός καλλιτέχνης προχώρησε στην φωτογράφηση των σημαντικότερων μονών του Αγίου Όρους, οι οποίες παρουσιάζουν ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον. Στην συνέχεια εισχώρησε στα άδυτα των μοναστηριών αναπαράγοντας-φωτογραφικά- τους ανεκτίμητης αξίας καλλιτεχνικούς και ιστορικούς θησαυρούς που φυλάσσονται εκεί... Φτάνει κανείς να είναι εξοικειωμένος με την φωτογραφία για να καταλάβει την έκταση των γνώσεων και δεξιοτήτων που απαιτούνται για να αντιγράψει κάποιος σωστά τα αρχαία, φθαρμένα, κιτρινισμένα από το χρόνο χειρόγραφα και τις ξεθωριασμένες αγιογραφίες. Επίσης, στη θέα αυτών των υπέροχων εικόνων του Sevastianoff, όλοι μας φανταζόμαστε την ευχάριστη έκπληξη και τον θαυμασμό που θα νιώσουν οι αναγνώστες μιας πιθανής έκδοσής τους σε λεύκωμα από τον διαπρεπή Ρώσο φίλο μας. Τέλος, οι ερευνητές και οι καλλιτέχνες θα βρουν σ' αυτό το μοναδικό μουσείο τεράστιο πλούτο γνώσης και πληροφοριών…"
H δουλειά του Pierre de Sevastianoff αντιπροσωπεύει την πρώτη μαζική και εκτενή αντιγραφή βιβλίων και χειρογράφων στην ιστορία της φωτογραφίας. Πιθανότητα ή παντελής έλλειψη εικόνων από αυτή τη δουλειά να έχει επιδράσει αρνητικά στην προβολή της και στην αξιολόγησή της. Ίσως να έχουν διασωθεί κάποια σοβαρά δείγματα σε αρχεία της αχανούς Ρωσικής επικράτειας. Ένα είναι σίγουρο. Ότι το σημαντικό αυτό ταξίδι του Pierre de Sevastianoff στο Άγιον Όρος δε θα πραγματοποιούνταν εάν δεν είχε προηγηθεί η εφεύρεση της φωτογραφίας.
1. Ακαδημία Τεχνών και Επιστημών, Παρίσι, 19/8/1839
2. D. E. Lacan, Εφημερίδα La Lumiere, Παρίσι, 15 Οκτωβρίου 1860

 

Άσπα Τομπούλη
'Ταξίδι και Στάσις στα κείμενα του Ευγένιου Ο' Νηλ'

Το ‘ταξίδι’ διατρέχει τα κείμενα του Ο’ Νηλ: είτε ως η φυγή στη θάλασσα ‘πέρα από τον ορίζοντα’ είτε ως περιπλάνηση στο περιθώριο της ‘μεγάλης πόλης’ ανάμεσα σε κοινωνικούς παρίες και έκπτωτους αγγέλους. Το ταξίδι ως εσωτερική διεργασία και πραγματική εμπειρία σπάνια ολοκληρώνεται. Η ‘στάσις’, η ακινησία, η απορία και η αδυναμία υπέρβασης αδιεξόδων που δημιουργούνται από προσωπικά τραύματα αλλά και κοινωνικά αδιέξοδα ενός καταρρέοντος κόσμου κυριαρχεί στα τελευταία έργα στα οποία επικεντρώνω σ’ αυτή την ομιλία μου. Ως άξονα έχω μια παραμελημένη και στην Ελλάδα ίσως παντελώς άγνωστη πλευρά του Ο’ Νηλ: την πολιτική. Με αφορμή το ανέβασμα του έργου του Χιούϊ φέτος το χειμώνα στην Αθήνα εξετάζω ‘ταξίδι’ και ‘στάσις’ σε συνάρτηση με την αντίληψή του Ο’ Νηλ για την Αμερική και τα αδιέξοδά της όπως τα έβλεπε ήδη από την εποχή του μεσοπολέμου.



 

blank page | έντυπη και ηλεκτρονική επικοινωνία